Τι αποκαλύπτει έρευνα ελβετικής εταιρείας για την διατροφική αξία των τροφών που καταναλώνουμε, την επίδραση της καταστροφής του Περιβάλλοντος στη διατροφική αλυσίδα και τους τρόπους προστασίας του οργανισμού μα

Στη σκιά του φονικού κοροναϊού SARS CoV-2 που προκαλεί το COVID-19, που στο πέρασμά του άφησε δεκάδες χιλιάδες θύματα και εκατοντάδες χιλιάδες κρούσματα στην παγκόσμια κοινότητα και απειλεί με δεύτερο κύμα το φθινόπωρο, ένα βασανιστικό ερώτημα βρίσκεται στο μυαλό όλων μας: πως μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου;

Και μπορεί οι βέλτιστες πρακτικές προστασίας που συστήνουν οι επιστήμονες (λοιμωξιολόγοι, επιδημιολόγοι και άλλες ειδικότητες) να είναι αυτές της απομόνωσης και των σχολαστικών μέτρων υγιεινής, στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου – κυρίως αυτού που αναπτύσσεται στα social media, στην αρθρογραφία στο διαδίκτυο και σε τηλεοπτικές εκπομπές – βρίσκεται η ενίσχυση του ανοσοποιητικού μας συστήματος, της φυσικής ασπίδας δηλαδή του οργανισμού μας απέναντι στις ασθένειες, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται στην πρόληψη και στην αυτό-προστασία.

Στον βομβαρδισμό λοιπόν αυτών των πληροφοριών και των συμβουλών από διατροφολόγους, διαιτολόγους και άλλους «ειδικούς», ακούμε και διαβάζουμε ότι μια υγιεινή διατροφή είναι ο κατάλληλος τρόπος για να ενισχύσουμε το ανοσοποιητικό μας σύστημα, να βελτιώσουμε την κατάσταση της υγείας μας και να αποκτήσουμε ευεξία.

Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό είναι μύθος.

Έτσι, στο ερώτημα πως μπορεί ο καθένας από εμάς να βρει τον σωστό τρόπο να φροντίσει τον εαυτό του, η απάντηση είναι μια: η γνώση.

Ελβετική έρευνα αποκαλύπτει

Τα ευρήματα της διετούς έρευνας της Ελβετικής εταιρίας Genevia Lifesciences https://genevia.com/ που περιλαμβάνει δεδομένα, αρχεία και στατιστικά στοιχεία από παγκόσμιες μελέτες πανεπιστημίων, ινστιτούτων, ερευνητικών κέντρων και οργανισμών, δείχνουν ότι η θρεπτική αξία των φυτικών και ζωικών τροφών που καταναλώνουμε σήμερα υπολείπεται κατά πολύ αυτών που καταναλώναμε πριν από μερικά χρόνια.

Η ποιότητα, δηλαδή, των τροφών έχει επηρεαστεί τις τελευταίες δεκαετίες από πολύ συγκεκριμένους παράγοντες και η υποβάθμισή της είναι σημαντική για την υγεία μας.

Σε ορισμένες περιπτώσεις η βιβλιογραφία δείχνει ότι ιστορικές συγκρίσεις ως προς τη σύσταση των θρεπτικών συστατικών στις τροφές δεν είναι ο πλέον αξιόπιστος τρόπος αξιολόγησης αυτών των αλλαγών. (3)

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ένας σημαντικός όγκος πρόσφατων μελετών που διαπιστώνει την ανησυχητική μείωση των θρεπτικών συστατικών, κυρίως των ανόργανων μεταλλικών στοιχείων, στις καλλιέργειες. (4,5,6)

Μάλιστα, πρόσφατα δεδομένα μελετών που εκτείνονται σε βάθος 50 έως 70 χρόνων ως προς τα θρεπτικά συστατικά σε φρούτα και λαχανικά, δείχνουν εμφανείς μειώσεις σε ανόργανα μεταλλικά στοιχεία, βιταμίνες και πρωτεΐνες, με τις τελευταίες πιο έντονα στα λαχανικά. (7)

Ζούμε σε έναν άνισο διατροφικά πλανήτη

Περίπου 820 εκατ. άνθρωποι παγκοσμίως επηρεάζονται από τη μείωση της απόδοσης των αγροτικών καλλιεργειών και των αγρονομικών παρεμβάσεων με αποτέλεσμα την επισιτιστική ανασφάλεια (έλλειψη φυσικής και οικονομικής πρόσβασης στα τρόφιμα), αλλά και τη χαμηλή συγκέντρωση πρωτεϊνών και μικροθρεπτικών συστατικών (π.χ. Zn, Fe, Se, B, I) στις τροφές που καταναλώνουν. (1,2)

Ειδικά εν μέσω της πανδημίας του κοροναϊού, με την επιβολή καραντίνας, κλειστών συνόρων, απαγόρευσης ή περιορισμού εξαγωγών και μετακίνησης εργαζομένων, έλλειψης πρώτων υλών και τελικών προϊόντων που ενισχύουν τον προστατευτισμό και τον διατροφικό εθνικισμό με σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια επισιτιστική και εφοδιαστική αλυσίδα (κυρίως βασικών ειδών διατροφής) και το διεθνές εμπόριο,113 εκατ. άνθρωποι αντιμετωπίζουν οξεία επισιτιστική ένδεια.

Εξάλλου, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) αναφέρει ότι το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού ήδη υποσιτίζεται. (1)

Το CO2 επηρεάζει τα θρεπτικά συστατικά στις τροφές

Από το 1970 οι εκπομπές Διοξειδίου του Άνθρακα ( CO2 ) από την καύση ορυκτών καυσίμων και τη βιομηχανική δραστηριότητα έχουν αυξηθεί κατά περίπου 90%, με τη γεωργία , την αποψίλωση των δασών και τις αλλαγές στη χρήση γης, να συνεισφέρουν περίπου στο 78% αυτής της αύξησης.

Γράφημα 1:

Παγκόσμιες εκπομπές άνθρακα από ορυκτά καύσιμα 1900-2010

Κατακόρυφη αύξηση παρουσιάζουν οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) από ορυκτά καύσιμα, σε εκατομμύρια μετρικούς τόνους, από το 1900 έως το 2010.

Πηγή: United States Environmental Protection Agency https://www.epa.gov/ghgemissions/global-greenhouse-gas-emissions-data

Αναμένοντας η συγκέντρωση του CO2 στην ατμόσφαιρα να φτάσει τα 550 ppm (από 440 ppm που είναι σήμερα) περίπου στα τέλη του αιώνα, μελέτες δείχνουν ότι η αύξηση αυτή θα επηρεάσει δραματικά την ανθρώπινη διατροφή μειώνοντας τα επίπεδα πολύ σημαντικών θρεπτικών συστατικών σε βασικές καλλιέργειες ειδών διατροφής, έχοντας επιπτώσεις στη ζωή και την υγεία εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως. (11)

Πειραματικές δοκιμές καλλιεργειών σε περιβάλλον με αυξημένο CO2 (545-585ppm), αποκαλύπτουν μειωμένες συγκεντρώσεις σιδήρου (Fe), ψευδάργυρου (Zn) και πρωτεϊνών σε βασικά διατροφικά είδη όπως σιτάρι, ρύζι, καλαμπόκι και σόγια. (10)

Δηλητηριάζοντας τη γη με λιπάσματα

Μόνο το 2017, 192 εκατ. τόνοι (mt) χημικών και ανόργανων λιπασμάτων χρησιμοποιήθηκαν σε γεωργικές καλλιέργειες, εισρέοντας και δηλητηριάζοντας στην ουσία τα εδάφη, με τις υψηλότερες εισροές αζώτου στα εδάφη ανά χώρα να έχουν καταγραφεί σε Κίνα, Ινδία, Ηνωμένες Πολιτείες και Βραζιλία.

Σε πειραματικές μελέτες, τα παρασιτοκτόνα οργανοχλωρίου (OC) και τα πιο ανθεκτικά στην απορρόφησή τους από το χώμα πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB) έχουν ήδη δείξει δοσοεξαρτώμενες τοξικότητες σε πτηνά, ψάρια και θηλαστικά. (13)

Γράφημα 2:

Παγκόσμιες εισροές αζώτου στα γεωργικά εδάφη από ανόργανα και χημικά συνθετικά λιπάσματα (2002-2017)

Οι παγκόσμιες εισροές αζώτου στα γεωργικά εδάφη από ανόργανα και χημικά συνθετικά λιπάσματα, σε εκατομμύρια τόνους, την περίοδο 2002 – 2017 παρουσιάζουν συνεχή αύξηση. Το 2017 στην Ασία καταγράφηκε το 57% της παγκόσμιας γεωργικής χρήσης χημικών λιπασμάτων (εκφραζόμενη σε N + P2O5 + K2O), στην Αμερική το 26%, στην Ευρώπη το 12%, στην Αφρική το 3% και στην Ωκεανία το 2%.

Πηγή: FAO http://www.fao.org/economic/ess/environment/data/chemical-and-mineral-fertilizers/en/

ΠΟΥ: Η αντιμικροβιακή αντοχή αποτελεί σοβαρή απειλή για την παγκόσμια δημόσια υγεία

Οι μεγαλύτεροι ρυπαντές του περιβάλλοντος φαίνεται να είναι οι εταιρείες παραγωγής κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων. Οι συνολικές εκπομπές από την παγκόσμια κτηνοτροφία εκτιμάται σε 7,1 γιγατόννους (Gigatonnes) CO2 – ισοδύναμα ετησίως, αντιπροσωπεύοντας το 14,5% όλων των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, οι οποίες με τη σειρά τους επιταχύνουν την κλιματική αλλαγή παγκοσμίως. (14)

Στις ΗΠΑ, το 50% του παραγόμενου καλαμποκιού – με βιομηχανικούς τρόπους καλλιέργειας – χρησιμοποιείται ως τροφή για την κτηνοτροφία με ότι σημαίνει αυτό. (15)

Τα αντιμικροβιακά σκευάσματα που χορηγούνται στα ζώα για προστασία απέναντι στα μικρόβια, βακτήρια, παράσιτα και ιούς, αλλά και οι αυξητικοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των ορμονικών ουσιών, έχουν εγκριθεί από πολλούς Οργανισμούς Υγείας σε όλο τον κόσμο για χρήση στην εντατική εκτροφή βοοειδών και αιγοπροβάτων, με τις τελευταίες να χρησιμοποιούνται για την γρήγορη ανάπτυξη των ζώων.

Αυτή η πρακτική εξακολουθεί να προκαλεί μεγάλη ανησυχία στην επιστημονική κοινότητα σχετικά με τις επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία.

Εξάλλου, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) χαρακτήρισε την αυξανόμενη αντιμικροβιακή αντοχή στα ζώα παραγωγής τροφίμων που έχει σημαίνουσες επιπτώσεις τόσο στην υγεία των ζώων και επομένως, δυνητικά, και στην υγεία των ανθρώπων «μια ολοένα και πιο σοβαρή απειλή για την παγκόσμια δημόσια υγεία που απαιτεί δράση σε όλες τις κυβερνήσεις και τις κοινωνίες των πολιτών».

Περίπου το 80% των αντιβιοτικών που πωλούνται στις ΗΠΑ προορίζονται για χρήση τους στα ζώα. (16)

Ως γνωστόν η κακοδιαχείριση των αντιµικροβιακών στην καθηµερινή ζωή και κλινική πράξη, έχει ως αποτέλεσµα την µετάλλαξη γονιδίων ή την απόκτηση ανθεκτικών γονιδίων που ελέγχουν την αντοχή των µικροβίων στα φάρµακα.

Λαμβάνουμε υπερβολική τροφή αλλά παραμένουμε υποσιτισμένοι

Οι επιδημίες του διαβήτη και της παχυσαρκίας προέρχονται από λιγότερο θρεπτικές τροφές σε συνδυασμό με κακές επιλογές τροφών, κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων και ζάχαρης.

Το πολύ υψηλό κόστος της καλής ποιότητας τροφίμων και ο σύγχρονος τρόπος ζωής και διατροφής μας, είναι οι κύριες αιτίες και των δυο αυτών ασθενειών.

Το 38,9% των ενηλίκων που είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, εκτείνεται από την Αφρική έως τη Βόρεια Αμερική. (17)

Χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής και της Νότιας Ασίας συγκαταλέγονται επίσης μεταξύ εκείνων όπου έχει σημειωθεί ταχεία αύξηση των ποσοστών παχυσαρκίας και υπερβολικού βάρους, συμπεριλαμβανομένων των αστικών και των αγροτικών περιοχών. (18)

Γράφημα 3:

Η αύξηση του υπέρβαρου είναι μεγαλύτερη κατά τη διάρκεια του ενήλικου βίου

Το 5.9% των παιδιών προσχολικής ηλικίας (έως 5 ετών) παγκοσμίως είναι υπέρβαρα. Το ποσοστό αυτό εκτινάσσεται στο 20.6% στα παιδιά ηλικίας 5-9, μειώνεται ελαφρώς, στο 17.3% στους εφήβους και αυξάνεται δραματικά μετά την ενηλικίωση (18+) με το 38.9% του πληθυσμού να είναι υπέρβαρο.

Πηγή: FAO http://www.fao.org/3/ca5162en/ca5162en.pdf

Προηγούμενο άρθροΟι εργαζόμενοι στα πετρέλαια με αίσθημα ευθύνης στηρίζουν την συνέχιση της λειτουργίας του Πρίνου
Επόμενο άρθροΤο άνοιγμα του τελωνείου Κήπων εξετάζει η Κυβέρνηση