Αναλυτικά, οι έγγαμοι θα πρέπει να γνωρίζουν τα εξής:

1. Σε περίπτωση υποβολής χωριστών δηλώσεων, αν τα τεκμήρια διαβίωσης που βαρύνουν τον έναν εκ των δύο συζύγων προσδιορίζουν το τεκμαρτό εισόδημά του σε επίπεδο υψηλότερο του δηλωθέντος, η επιπλέον διαφορά εισοδήματος δεν θα είναι δυνατό να καλυφθεί από το δηλωθέν εισόδημα του άλλου συζύγου, διότι αυτό θα αναγράφεται σε ξεχωριστή δήλωση. Έτσι, ο σύζυγος του οποίου το τεκμαρτό εισόδημα θα είναι μεγαλύτερο του δηλωθέντος θα κληθεί να καταβάλει αδίκως σημαντικού ύψους φόρο εισοδήματος. Μια τέτοια εξέλιξη είναι βέβαιο ότι θα πλήξει κυρίως τις γυναίκες συζύγους που δεν εργάζονται, αλλά είναι νοικοκυρές. Ειδικά στις περιπτώσεις αυτές, επειδή το δηλωθέν εισόδημα θα είναι μηδενικό, το φορολογητέο εισόδημα θα προσδιορίζεται εξ ολοκλήρου από τα τεκμήρια διαβίωσης σε επίπεδο σημαντικά υψηλότερο των 3.000 ευρώ (3.000 ευρώ το ελάχιστο τεκμήριο διαβίωσης, συν τα τεκμήρια για τις κατοικίες και το Ι.Χ. που χρησιμοποιεί η σύζυγος). Το τεκμαρτό αυτό εισόδημα θα θεωρείται ως «εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες», το οποίο θα είναι αφορολόγητο μέχρι το επίπεδο των 8.636-9.545 ευρώ υπό την προϋπόθεση ότι στο όνομα της συζύγου έχουν εξοφληθεί με «πλαστικό χρήμα» ή με άλλο μέσο ηλεκτρονικής πληρωμής δαπάνες για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών συνολικού ετήσιου ύψους 10%-18,75% του εισοδήματος αυτού. Αν δεν έχουν εξοφληθεί με τον τρόπο αυτό από τη σύζυγο οι συγκεκριμένες δαπάνες, τότε για ποσοστό μέχρι 10%-18,75% του τεκμαρτού της εισοδήματος θα κληθεί να πληρώσει «πέναλτι» φόρου 22%.

Προηγούμενο άρθροΊμια 1996: 24 χρόνια από το βράδυ που χάθηκαν τρεις ήρωες και «γκρίζαρε» το Αιγαίο
Επόμενο άρθροΤην Τρίτη συνεδριάζει το Δημοτικό Συμβούλιο Θάσου