Προς τον ιερό Κλήρο
και τον ευσεβή λαό
της καθ΄ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως
Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου
ΕΝΤΑΥΘΑ

«Υιέ τής Παρθένου, Θεέ τής παρθένου και Δημιουργέ του κόσμου, δικό σου το πάθος και το βάθος της σοφίας. Σύ γνωρίζεις καλά αυτό πού ήσουν και αυτό πού έγινες. Σύ το θέλησες νὰ πάθης, και καταδέχθηκες να έλθης να σώσης τους ανθρώπους. Σύ εσήκωσες επάνω σου τα ιδικά μας κρίματα σαν αμνός. Σύ αυτά τα εθανάτωσες με την σφαγή σου, Λυτρωτή, και όλους τους ελευθέρωσες. Σύ είσαι ο ίδιος, και όταν πάσχεις και όταν δεν πάσχεις. Σύ είσαι που πεθαίνεις και σώζεις. Σύ έδωκες στη σεμνή το θάρρος να σού φωνάζει : ώ Υιέ και Θεέ μου».
Με αυτόν τον αριστουργηματικό τρόπο, αγαπητοί Πατέρες και αδελφοί, ο άγιος Ρωμανός ο μελωδός, ο μέγας ούτος ποιητής και συνθέτης πολλών ύμνων της αγίας ημώς εκκλησίας, μεταφέρει στο κοντάκιό του αυτό, τμήμα του οποίου ακούoμε στην ιερά ακολουθία των αγίων Παθών, την συγκλονιστική εκείνη εικόνα τού Γολγοθά. ΕΚΕΙ, μπροστά στον ματωμένο Σταυρό του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του Υιού και Λόγου τού Θεού, ο οποίος «αμαρτία δεν έκαμε, και δόλος στο στόμα του δεν βρέθηκε. Τις λοιδορίες δεν τίς ανταπέδιδε, και όταν έπασχε δεν απειλούσε. εμπιστευόταν στον δίκαιο κριτή. Αυτός σήκωσε τις αμαρτίες μας με το ίδιο του το σώμα στο σταυρό, για να πεθάνουμε και εμείς ως προς την αμαρτία, και να ζήσωμε μέσα στο θέλημα του Θεού. Με τις πληγές τού Χριστού γιατρευτήκατε» όπως γράφει ο άγιος πρωτοκορυφαίος απόστολος Πέτρος (Α’ Πέτρου 2, 22-24). ΕΚΕΙ, πού η Παναγία, η άχραντος, η υπερευλογημένη, η ένδοξος, η Δέσποινά μας, η Θεοτόκος και αειπάρθενος Μαρία, η μητέρα του, έλεγε, σύμφωνα με τον υμνογράφο : «Σήμερα, θεωρώντας σε, Λόγε τού Θεού, η αμόλυντη Παρθένος, κρεμασμένο επάνω στον σταυρό, θρηνούσε πικρώς μέσα στα μητρικά της σπλάγχνα, με πληγωμένη την καρδιά της, και στενάζοντας με οδύνη από τα βάθη της ψυχής της, και καταγδέρνοντας τις παρειές της και τραβώντας τα μαλλιά τού κεφαλιού της, βασανιζόταν από λύπη. γι΄ αυτό χτυπούσε και το στήθός της και φώναζε δυνατά με πολύ θρηνητικές κραυγές ‘αλλοίμονο σε μένα, ώ θείο μου παιδί. αλλοίμονο σε μένα, ώ φώς τού κόσμου. γιατί χάθηκες από τα μάτια μου, σύ πού είσαι ο αμνός του Θεού;»’.
ΕΚΕΙ, στον φρικτό Γολγοθά της Ιερουσαλήμ, στον τόπο τού κρανίου, συνέβη η μοναδική, στην ανθρωπίνη ιστορία, θυσία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού για την σωτηρία όλων των ανθρώπων, όλων των εποχών, όλων των αιώνων. Γράφει σχετικά ο άγιος Ευαγγελιστής Ιωάννης : «Οι στρατιώτες, λοιπόν, παρέλαβαν τον Ιησού και ξεκίνησαν. Και βγήκε αυτός από την πόλη σηκώνοντας στους ώμους του τον σταυρό, μέχρι τον λεγόμενο ‘τόπο του κρανίου’, στα εβραϊκά λέγεται ‘Γολγοθά’. Εκεί εσταύρωσαν τον Ιησού. Μαζύ του εσταύρωσαν άλλους δύο, τον ένα από την μια μεριά και τον άλλο από την άλλη, και στην μέση τον Ιησού… αυτά έκαναν οι στρατιώτες. Κοντά στο σταυρό τού Ιησού στέκονταν η μητέρα του, η αδελφή της, η Μαρία, γυναίκα τού Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή. Ο Ιησούς όταν είδε την μητέρα του και τον μαθητή πού αγαπούσε να στέκεται πλάι της, λέγει στη μητέρα του : ‘αυτός τώρα είναι ο γυιός σου’. Ύστερα λέγει στον μαθητή : ‘αυτή τώρα είναι η μητέρα σου’. Από εκείνη την ώρα ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του. Μετά από αυτό, ο Ιησούς γνωρίζοντας ότι όλα είχαν φθάσει πια στο καθωρισμένο τέλος, για να εκπληρωθή η προφητεία τής Γραφής, λέγει : ‘Διψώ’. Εκεί κοντά, βρισκόταν ένα σκεύος γεμάτο ξίδι. Οι στρατιώτες βούτηξαν ένα σφουγγάρι στο ξίδι, το στήριξαν στην άκρη ενός κλαδιού από ύσσωπο και το έφεραν στο στόμα τού Ιησού. Εκείνος όταν γεύθηκε το ξίδι είπε : ‘τετέλεσται’, δηλαδή ‘έχουν τελειώσει όλα’. Έγειρε το κεφάλι και παρέδωσε το πνεύμα» (Ιω. 19, 17-18 και 25-30).
Το μέγιστο τούτο της Θείας Οικονομίας μυστήριο τής σωτηρίας μας, προσευχητικά, καταγράφει με μοναδικό τρόπο, o άγιος μέγας Αθανάσιος Πατριάρχης Αλεξανδρείας : «Μακάριε, πραγματικά, και ζωοποιέ Σταυρέ του Σωτήρος, τον μεν θάνατο κατενίκησες, τον δε διάβολο, πού τον κρατούσε, τον εξηφάνισες. Θείε Λόγε, και πραγματική Σοφία του Πατρός, σύ απεκάλυψες το πραγματικό πρόσωπο του παμπονήρου, και εξεγύμνωσες, το εσωτερικό τού θώρακά του, ώστε και εμείς να λέγωμε ‘ότι δεν αγνοούμε τα σχέδιά του’ (Β’ Κορ. 2, 11). Φιλάνθρωπε και αγαθέ Δέσποτα, σύ μάς απελευθέρωσες, πού είμεθα αιχμάλωτοι, και ενώ είμεθα υποδουλωμένοι στην αμαρτία, με τον δικό σου θάνατο, Κύριε, μάς απελευθέρωσες. Διότι γνωρίζομε ότι ελευθερωθήκαμε από την αμαρτία. Πραγματικέ ειρηνοποιέ Υιέ τού Θεού, σύ μάς ἐδωσες πάλι την υιοθεσία, και αφού μάς εσυμφιλίωσες με τον Πατέρα σου, κατήργησες την έχθρα πού υπήρχε μέσα στη σάρκα μας. Πλούσιε Σωτήρα και πραγματικέ βασιληά, διότι σύ έγινες πτωχός για να πλουτήσωμε εμείς με την πτωχεία σου, σύ μάς εχάρισες και την βασιλεία των ουρανών, κτίστα και δημιουργέ των πάντων, Λόγε του Πατρός. σύ πάλι μάς επανέκτισες, και είμεθα ιδικά σου δημιουργήματα, κτισμένα με αγαθά ἐργα. Φώς αληθινό και απαύγασμα του Πατρός διότι σύ μάς κατεφώτισες ενώ ευρισκώμεθα στο σκοτάδι, και ενώ δεν εβλέπαμε, μάς ωδήγησες στο φώς. Μορφή και Εἰκόνα πραγματική του Πατρός, διότι σύ μας έδωσες μορφή, ενώ είχαμε καταστραφεί, και μας εχάρισες πάλι το κατ’ εικόνα. Θεέ Λόγε και αληθινή ζωή. διότι σύ μάς εζωοποίησες, ενώ είχαμε αποθάνει, και ενώ είχαμε φθαρή, μας ανεκαίνισες, με το να μάς ενδύσης με την αφθαρσία. Αληθινή δύναμη, και βραχίων και δεξιά τού Πατρός. διότι σύ κατέλυσες τις ωδίνες τού θνάτου, συνέτριψες χάλκινες θύρες και σιδερένιους μοχλούς, όπως λέγει η Γραφή. Σύ και τον δράκοντα, το φίδι, τον διάβολο καθήλωσες γύρω από το τρόπαιο του σταυρού με άγκιστρο τον άνθρωπο. Εξ αιτίας σου και της θείας ανδραγαθίας σου όλοι τον καταπατούν και όλοι τόν περιπαίζουν. Διότι με το να τόν περιπαίξης πρώτος σύ, έγινε το πρώτο πλάσμα του Κυρίου που δημιουργήθηκε για να καταπαίζεται. Και με το να τον νικήσης σύ πρώτος, έγινε σε όλους το θαύμα, ώστε να λέγουν . ΄πώς έπεσε από τον ουρανό αυτός πού είναι σαν τον εωσφόρο που ανατέλλει το πρωΐ; (Ησαϊου 14,12) Και με το να αφαιρέσης από αυτόν το συμβόλαιο και να το καρφώσης επάνω στον σταυρό, όλοι τώρα τον χλευάζουν, λέγοντας. ‘πώς ο μεγάλος απαιτητής πεθαίνοντας, σταμάτησε να ζητεί! Πώς ο μεγάλος δυνάστης αναπαύεται στον τάφο! Ο Κύριος συνέτριψε τον ζυγό των αμαρτωλών» (Ησαΐου 14, 4-5).
Ο άγιος Συμεών, ο νέος Θεολόγος, σε ένα από τα ποιήματά του, με βαθειά θλίψη γράφει : «Και αυτό είναι η μίμηση τής ταπεινώσεώς σου, ώστε, όπως ο αναμάρτητος σύ έχεις υποφέρει, έτσι και εμείς οι αμαρτωλοί να πάθωμε τά πάντα, και πειρασμούς και διωγμούς και μάστιγες και θλίψεις, και τέλος και τον θάνατο από τους παρανόμους. Δαιμονισμένο σε είπανε και πλάνο σέ λογιάσαν οι άθεοι κι’ αντίθεο, του νόμου παραβάτη. Σαν τον κακούργο σ’ έπιασαν και μοναχό δεμένο, σε πήραν όλοι, σ’ άφησαν και μαθητές και φίλοι. Σαν ένοχος εστάθηκες μπρος στον κριτή σου, Λόγε, κι’ έσκυψες στην απόφαση που έβγαλε για σένα. Εμίλησες και δέχθηκες το ράπισμα του δούλου. σώπασες, και σε θάνατο ευθύς κατεδικάσθης. Μαχαίρι για τους άνομους τα λόγια σου υψωθήκαν, και η σιωπή σου, βασιληά, αιτία καταδίκης. Γι΄ αυτό και σέ τον δίκαιο μή αντέχοντας να βλέπουν μονάχο οι άδικοι σ’ αισχρή θανή σε παραδώσαν. Σέ χτύπησαν στην κεφαλή για τούτο, και με αγκάθια σε στεφάνωσαν και με χλαμύδα άλικη σε ντύσαν. Σε φτύσανε στο πρόσωπο, αλί, σε περιπαίξαν, σού έκραξαν ‘χαίρε βασιλεύ’, οι Εβραίοι περιγελώντας. Σύ τον σταυρό σου εσήκωσες, Σωτήρα μου, στους ώμους, και ανυψωμένο επάνω του σε κάρφωσαν, Θεέ μου. Στα χέρια και στα πόδια σου καρφιά έμπηξαν, οικτίρμων, σου δώσαν ξίδι κι’ έσκισε η λόγχη την πλευρά σου. Αυτά δεν άντεχεν η γή κι’ έτρεμε από τον φόβο και τους νεκρούς απέδιδε που είχε μεσ’ στα σπλάγχνα. Σ’ αίμα το φώς του άλλαξε θωρώντας σε ο ήλιος και το φεγγάρι φόρεσε ρούχο του το σκοτάδι. Τότε το καταπέτασμα και του ναού εσχίσθη, και δυο κομμάτια γίνηκε από ψηλά ώς κάτω. Απ΄ όλα τούτα τίποτε οι παράνομοι δεν νοιώσαν, αλλά σού βάλαν και φρουρούς στο μνήμα που κειτόσουν και το σφραγίσαν θέλοντας σ΄ αυτό να σέ κρατήσουν».
Αγαπητοί μου και αγαπητές μου,
Μέσα σε ένα κόσμο που η σύγκρουση μεταξύ των διαφόρων συνειδήσεων αποτελεί το βασικώτερο πλεονέκτημα της αμαρτίας πού εύκολα μάς εμπλέκει και μάς απομακρύνει από την χάρη τού Θεού και από την αιωνία αγάπη του, τά λόγια του αποστόλου των εθνών αγίου Παύλου αποτελούν δείκτη πορείας προς την συνάντηση με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό ΕΚΕΙ στον φρικτό Γολγοθά, πού σταυρώθηκε με την θέλησή του και έπαθε για την ανόρθωσή μας και την επαναφορά μας στο σωτήριο φως. Ας ακούσωμε τα φωτισμένα λόγια του. «έχοντας, λοιπόν, γύρω μας, μια τόσο μεγάλη στρατιά μαρτύρων, ας τινάξωμε από επάνω μας κάθε φορτίο, και την αμαρτία που εύκολα μάς εμπλέκει, κι΄ ας τρέχωμε με υπομονή το αγώνισμα τού δύσκολου δρόμου, πού έχομε μπροστά μας. Ας έχωμε τα μάτια μας προσηλωμένα στον Ιησού, που μάς έδωσε την πίστη, την οποία και τελειοποιεί. Αυτός, αντί για την χαρά που θα μπορούσε να έχη, υπέμεινε τον σταυρικό θάνατο, περιφρονώντας την ατίμωση, και εκάθισε στα δεξιά του θρόνου του Θεού. Αναλογισθήτε, λοιπόν, αυτόν που υπέμεινε μία τέτοια εχθρότητα εναντίον του από μέρους των αμαρτωλών, και μην αποκάμετε και χάσετε το θάρρος σας» (Εβρ. 12, 1-3).
Όλοι και όλες, πρέπει να συναντηθούμε μέσα σε αυτό το ουράνιο φώς που τότε στον Γολγοθά με την δύση του ηλίου, ευθύς αμέσως, ανέτειλε και πάλι, για την φιλαδελφία, την φιλανθρωπία, την φιλευσπλαγχνία και την θεία συγκατάβαση προς τον πληγωμένο από την αμαρτία και τον θάνατο κόσμο μας. Σε αυτό το φώς που ατενίζει με καθαρότητα και αγνότητα κάθε άνθρωπος πού επιθυμεί με την μετάνοια και την συναίσθηση των αμαρτιών του να επανέλθη στο αρχαίο κάλλος της δημιουργίας του, όπως ακούομε και στην υμνολογία της Εκκλησίας μας : «Σύ πού τότε παλαιά μέ έπλασες από το μηδέν και με ετίμησες με την θεία σου εικόνα, αφού έγινα παραβάτης τής εντολής σου, μέ επέστρεψες πάλι στην γή από την οποία προέρχομαι, σύ, τώρα να με επαναφέρης στο καθ’ ομοίωση για να ξαναβρώ την παλαιά ομορφιά».
Σήμερα, η ημέρα αυτή, η αγία και μεγάλη και σεβασμία και θλιμμένη και μουδιασμένη από την συναίσθηση της σταυρικής θυσίας τού Χριστού μας, η ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ τού Εσπερινού τής Αποκαθηλώσεώς του, από τον μαρτυρικό Σταυρό του, μάς προστατεύει, μάς αγκαλιάζει, μάς παρηγορεί, μάς θεραπεύει, μάς καθοδηγεί στην άκτιστη χαρη τού Θεού στο ουράνιο Φώς της αγίας Τριάδος.
«Εσταυρωμένε, Κύριε, Ιησού Χριστέ, πού είσαι το χαρούμενο και γλυκύ φώς της αγίας δόξας τού αθανάτου, τού ουρανίου, τού αγίου, τού μακαρίου Πατέρα σου, τώρα πού εφθάσαμε στην δύση τού ηλίου και εἰδαμε το εσπερινό φώς του Γολγοθά, υμνούμε τον Πατέρα, εσένα τον Υιό, και το Άγιο Πνεύμα, τον ένα Θεό. Πρέπει σε κάθε ώρα και στιγμή να σέ υμνούμε με καθαρές ψυχές και χαρούμενες φωνές, Υιέ Θεού, επειδή σύ δίνεις την ζωή και γι΄ αυτό ο κόσμος σε δοξάζει».

Καλή και ευλογημένη Ανάσταση, μέσα μας, γύρω μας, στον κόσμο μας, στους προκεκοιμημένους αδελφούς μας, στον ουρανό και στη γή μας.
Ευχέτης προς τον δι΄ ημάς Σταυρωθέντα, Παθόντα και Ταφέντα Κύριον
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

V Ο ΦΙΛΙΠΠΩΝ, ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ & ΘΑΣΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

Προηγούμενο άρθροΓια δεύτερη φορά μέσα σε μιία εβδομάδα το Celestyal Crystal στο λιμάνι της Καβάλας
Επόμενο άρθροΝέστος: Σε κλίμα κατάνυξης έγινε σήμερα το πρωί η αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου