Η κάλπη του Ιουνίου δεν επιφύλαξε καμία έκπληξη, όπως άλλωστε αναμενόταν. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του exit poll η ΝΔ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαιώνουν με εμφατικό τρόπο την πολιτική τους κυριαρχία, αυξάνοντας περαιτέρω την εκλογική απήχηση, κάτι που αποτελεί ισχυρό πολιτικό όπλο στα χέρια ενός πρωθυπουργού.
Πρόκειται για την μεγαλύτερη νίκη που κατέκτησε κυβερνών κόμμα στην μεταπολίτευση, όχι σε επίπεδο του ύψους του ποσοστού, αλλά στη απόσταση που το χωρίζει από τον κύριο αντίπαλό του. Η διαφορά αυτή φαίνεται ότι αγγίζει τις 25 μονάδες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην πιο δύσκολη καμπή της ιστορία τους. Το σοκ του Μαΐου ακολουθείται από ένα νέο σοκ, που φανερώνει σοβαρό πρόβλημα αφηγήματος και επαφής με το εκλογικό σώμα. Η ήττα των προηγούμενων εκλογών μπορεί να ήταν σοκαριστική για τα στελέχη του, αλλά καθώς ακολουθούσε και δεύτερη αναμέτρηση, η ώρα της αποτίμησης και της αυτοκριτικής μετατέθηκε. Είναι βέβαιο ότι πλέον θα δρομολογηθούν εξελίξεις, που δεν μπορούν να προβλεφθούν, καθώς τα σενάρια περιλαμβάνουν από σαρωτικές αλλαγές από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα μέχρι μια διαδικασία μετάβασης στην μετα- Τσίπρα εποχή. Είναι η πρώτη φορά που ένα κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καλείται να διαχειριστεί συντριπτική ήττα, χωρίς να καταφέρει στο ελάχιστο να κλυδωνίσει την επί 4ετία κυβέρνηση.
ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ συντηρούν τις δυνάμεις, μπορούν να ισχυρίζονται ότι είναι κερδισμένοι, πλην όμως τα οφέλη τους είναι μάλλον ισχνά, αν υπολογίσει κανείς τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ.
Εκεί που υπάρχει πραγματικός συνωστισμός είναι στην «ουρά». Η έκπληξη των προηγούμενων εκλογών ήταν η «Νίκη» που φαίνεται να κατακτά μία θέση στη Βουλή, αλλά η έκπληξη αυτή τη φορά ήρθε από τους «Σπαρτιάτες» το σχήμα στο οποίο δήλωσε υποστήριξη ο Ηλίας Κασιδιάρης, αμέσως μετά την απόρριψη της συμμετοχής του δικού του κόμματος από τον Άρειο Πάγο. Είναι εμφανής και σαφής η στροφή του εκλογικού κόμματος προς τα δεξιά, καθώς τουλάχιστον τρία κόμματα φαίνεται να αντλούν την εκλογική τους δύναμη από τον υπερσυντηρητικό χώρο. Αυτό που παραμένει άγνωστο είναι αν οι «Σπαρτιάτες» θα ακολουθήσουν κοινοβουλευτική πρακτική ανάλογη της «Χρυσής Αυγής» ή θα επιλέξουν πιο ήπια στάση.