Η μάχη για την αντιμετώπιση της ακρίβειας είναι μια μάχη διαρκής και στη μάχη αυτή αξιοποιούνται διαρκώς νέα εργαλεία πολιτικής μέχρι να καταλάβουν όλοι και ειδικά οι πολυεθνικές εταιρείες ότι η Ελλάδα δεν είναι «μπανανία» και ότι ο πληθωρισμός της απληστίας δεν μπορεί να είναι ανεκτός, τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σε σύσκεψη σήμερα το πρωί στο Μέγαρο Μαξίμου για τα μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας
Τόνισε ότι η ενδυνάμωση της ΔΙΜΕΑ και οι εντατικοί έλεγχοι οι οποίοι έγιναν τους τελευταίους μήνες στην αγορά, «κυρίως δύσκολοι έλεγχοι που αφορούν τους παράγοντες κόστους και κερδοφορίας των βασικών προϊόντων που αποτελούν και το Καλάθι του Νοικοκυριού, μας έχουν βοηθήσει να κατανοήσουμε πολύ καλύτερα τους μηχανισμούς λειτουργίας της αγοράς».
«Τα νέα μέτρα τα οποία θα εξειδικεύσει στη συνέχεια ο υπουργός Ανάπτυξης έχουν ακριβώς ως στόχο να αντιμετωπίσουν χρόνιες στρεβλώσεις οι οποίες έχουν συσσωρευτεί επί πολλά χρόνια στην ελληνική αγορά και οι οποίες δυστυχώς έχουν γίνει εντονότερες ως αποτέλεσμα της εισαγόμενης πληθωριστικής κρίσης. Και έχουν οδηγήσει στο απαράδεκτο φαινόμενο αντίστοιχα προϊόντα πολυεθνικών εταιρειών να πωλούνται πολύ ακριβότερα στην Ελλάδα από ό,τι σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Αυτό προφανώς είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται ανεκτό», υπογράμμισε.
Στο σημείο αυτό ο πρωθυπουργός επεσήμανε: «Οι παρεμβάσεις μας στοχεύουν πρωτίστως σε καθαρές τιμές τιμοκαταλόγου περιορίζοντας τις συνολικές εκπτώσεις των προμηθευτών κατά 30% και μεταφέροντας αντίστοιχα το όφελος στον καταναλωτή. Αφορούν προϊόντα ευρείας χρήσης όπως καθαριστικά σπιτιού, οδοντόκρεμες, αφρόλουτρα, σαμπουάν, βρεφικές πάνες, οπωροκηπευτικά…
Ειδική πρόνοια θα υπάρχει και για το ζήτημα του βρεφικού γάλακτος, όπου πράγματι είναι παντελώς αδικαιολόγητο γιατί οι τιμές στην Ελλάδα είναι τόσο ακριβότερες από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εκεί όπως θα εξειδικεύσει αργότερα και ο αρμόδιος υπουργός θα μπει ένα πλαφόν στο περιθώριο του μεικτού κέρδους έτσι ώστε οι τιμές να προσαρμοστούν σε λογικά για την Ευρώπη επίπεδα».
Ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι σκοπός είναι με τα μέτρα αυτά να διορθωθούν κατεστημένες στρεβλές εμπορικές πρακτικές και βασική προτεραιότητα παραμένει η προστασία του καταναλωτή και η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.
Θα ήθελα τέλος να προσθέσω ότι μας απασχολεί πολύ ως κυβέρνηση η οικονομική επιβάρυνση για τις νέες οικογένειες». Επεσήμανε ότι είναι κάτι που έχει αντιμετωπιστεί ήδη μέσα από μια σειρά μέτρων υποστήριξης των νέων οικογενειών και εξειδικευμένων πρωτοβουλιών και πρέπει τα μέτρα που θα ανακοινωθούν στη συνέχεια να τα δούμε στο πλαίσιο μιας συνολικής πολιτικής στήριξης της οικογένειας και ειδικά των νέων οικογενειών αντιλαμβανόμενοι πλήρως το μεγάλο οικονομικό βάρος που η απόκτηση ενός παιδιού συνεπάγεται για μία νέα οικογένεια.
Αναλυτικά, στην εισαγωγική τοποθέτησή του κατά τη σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου για τα μέτρα αντιμετώπισης της ακρίβειας, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε:
«Η μάχη για να τιθασεύσουμε την ακρίβεια και για να επιβάλουμε κανόνες εντονότερου ανταγωνισμού υπέρ του καταναλωτή, όπως γνωρίζετε, είναι μια μάχη διαρκής. Και στη μάχη αυτή αξιοποιούμε διαρκώς νέα εργαλεία πολιτικής μέχρι να καταλάβουν όλοι, και θα έλεγα ειδικά οι πολυεθνικές εταιρείες, ότι η Ελλάδα δεν είναι “μπανανία” και ότι ο πληθωρισμός της απληστίας δεν μπορεί να είναι ανεκτός.
Η ενδυνάμωση της ΔΙ.Μ.Ε.Α. και οι εντατικοί έλεγχοι οι οποίοι έγιναν τους τελευταίους μήνες στην αγορά, κυρίως δύσκολοι έλεγχοι που αφορούν τους παράγοντες κόστους και κερδοφορίας των βασικών προϊόντων που αποτελούν και το Καλάθι του Νοικοκυριού, μας έχουν βοηθήσει να κατανοήσουμε πολύ καλύτερα τους μηχανισμούς λειτουργίας της αγοράς.
Τα νέα μέτρα τα οποία θα εξειδικεύσει στη συνέχεια ο Υπουργός Ανάπτυξης έχουν ακριβώς ως στόχο να αντιμετωπίσουν χρόνιες στρεβλώσεις οι οποίες έχουν συσσωρευθεί επί πολλά χρόνια στην ελληνική αγορά και οι οποίες, δυστυχώς, έχουν γίνει εντονότερες ως αποτέλεσμα της εισαγόμενης πληθωριστικής κρίσης. Και έχουν οδηγήσει στο απαράδεκτο φαινόμενο αντίστοιχα προϊόντα πολυεθνικών εταιρειών να πωλούνται πολύ ακριβότερα στην Ελλάδα από ό,τι σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Αυτό προφανώς είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται ανεκτό.
Οι παρεμβάσεις μας στοχεύουν πρωτίστως σε καθαρές τιμές τιμοκαταλόγου, περιορίζοντας τις συνολικές εκπτώσεις των προμηθευτών κατά 30% και μεταφέροντας αντίστοιχα το όφελος στον καταναλωτή. Αφορούν προϊόντα ευρείας χρήσης, όπως καθαριστικά σπιτιού, οδοντόκρεμες, αφρόλουτρα, σαμπουάν, βρεφικές πάνες, οπωροκηπευτικά.
Ειδική πρόνοια θα υπάρχει και για το ζήτημα του βρεφικού γάλακτος, όπου πράγματι είναι παντελώς αδικαιολόγητο γιατί οι τιμές στην Ελλάδα είναι τόσο ακριβότερες από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Εκεί, όπως θα εξειδικεύσει αργότερα και ο αρμόδιος Υπουργός, θα μπει ένα πλαφόν στο περιθώριο του μεικτού κέρδους, έτσι ώστε οι τιμές να προσαρμοστούν σε λογικά για την Ευρώπη επίπεδα.
Με τα μέτρα αυτά σκοπός μας είναι να διορθώσουμε κατεστημένες στρεβλές εμπορικές πρακτικές και βασική μας προτεραιότητα παραμένει η προστασία του καταναλωτή και η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.
Θα ήθελα, τέλος, να προσθέσω ότι μας απασχολεί πολύ ως κυβέρνηση η οικονομική επιβάρυνση για τις νέες οικογένειες. Είναι κάτι το οποίο έχουμε αντιμετωπίσει ήδη μέσα από μια σειρά από μέτρα υποστήριξης των οικογενειών και θέλω να θυμίσω ότι η κυβέρνηση αυτή θέσπισε από το 2019 εφάπαξ βοήθημα, το οποίο καταβάλλεται σε δύο δόσεις, ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί το οποίο γεννιέται στην πατρίδα μας.
Αυτό βοηθάει πολύ μία νέα οικογένεια με τα πρώτα έξοδα τα οποία συνοδεύουν τη γέννηση ενός παιδιού, αλλά προφανώς υποστηρίζουν και την οικογένεια τους πρώτους μήνες με τις αυξημένες δαπάνες, είτε αφορούν σε βρεφικό γάλα, είτε αφορούν σε πάνες, είτε αφορούν σε μωρομάντηλα.
Και φυσικά έχουμε δρομολογήσει και μια σειρά από άλλες πρωτοβουλίες, όπως η αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, η αύξηση του επιδόματος παιδιού για τους δημόσιους υπαλλήλους, η επέκταση του επιδόματος μητρότητας στις ελεύθερες επαγγελματίες και στις αγρότισσες.
‘Αρα, και τα μέτρα τα οποία θα εξαγγελθούν στη συνέχεια ας τα δούμε και στα πλαίσια μιας συνολικής πολιτικής στήριξης της οικογένειας και ειδικά των νέων οικογενειών, αντιλαμβανόμενοι πλήρως το μεγάλο οικονομικό βάρος που η απόκτηση ενός παιδιού συνεπάγεται για μία νέα οικογένεια».