Τι σημαίνει για μας ο τόπος στον οποίο ζούμε; Αυτό είναι το μείζον ερώτημα στο οποίο προσπαθεί να απαντήσει ένας νέος και πολλά υποσχόμενος Έλληνας κινηματογραφιστής, ο Τάσος Γιαπουτζής, στην πρώτη μεγάλου μήκους δημιουργική προσπάθεια του ντοκιμαντέρ του, «Quiet Life – Ήσυχη Ζωή», που επιλέχθηκε να διαγωνιστεί στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και θα προβληθεί Σάββατο 9 Μαρτίου στις 17:30, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας στο Ολύμπιον.

Ο Τάσος Γιαπουτζής γεννήθηκε στην Καβάλα, αλλά νωρίς μετακόμισε στη Μεγάλη Βρετανία και σήμερα πλέον εργάζεται στο Λονδίνο ως κινηματογραφιστής και καθηγητής κινηματογράφου στο University of Bedfordshire. Το 2017 του απονεμήθηκε υποτροφία από το University of York, για να πραγματοποιήσει τις διδακτορικές του σπουδές στον κινηματογράφο. Οι ταινίες του έχουν συμμετάσχει σε περισσότερα από εκατό κινηματογραφικά φεστιβάλ ανά τον κόσμο.

Το «Quiet Life – Ήσυχη Ζωή» είναι ένα ντοκιμαντέρ που στόχο έχει να βάλει τον θεατή να προβληματιστεί, να ανακαλύψει, να κατασταλάξει τι θέλει, τι ζητάει, τι κοινό έχει με τον διπλανό του, τον συμπατριώτη του, τον Έλληνα, τον ξένο, τον μετανάστη. Με το ντοκιμαντέρ του, γυρισμένο εξολοκλήρου στην πόλη της Καβάλας και απαλλαγμένο από εντυπωσιακές τουριστικές εικόνες της όμορφης πόλης της βόρειας Ελλάδας, ο Τάσος προσπαθεί να αναλύσει τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Με την κινηματογραφική του ματιά προσφέρει στο θεατή ορισμένα πολύ όμορφα πλάνα όπου το θαλάσσιο στοιχείο έχει κυρίαρχο ρόλο, την ίδια ώρα όμως στέλνει μηνύματα σε μια κοινωνία ανθρώπων, σε κάθε κοινωνία ανθρώπων.

Ζωές που αντιπαραβάλλονται

Το ντοκιμαντέρ παρουσιάζει την ιστορία μιας οικογένειας Σύριων προσφύγων – μίας μητέρας με τους δύο της γιους – που φιλοξενούνται από ένα ηλικιωμένο ζευγάρι Ελλήνων, ενώ περιμένουν να πάρουν άδεια να συνεχίσουν το ταξίδι τους προς τον τελικό τους προορισμό, τη Γερμανία. Η καθημερινή ζωή των Σύριων αντιπαραβάλλεται με αυτή του ηλικιωμένου ζευγαριού που τους φιλοξενεί, αλλά και με τις ζωές ενός συνταξιούχου, ενός τσαγκάρη και ενός ιερέα. Είναι μία σειρά πορτρέτων της καθημερινής ζωής στην Καβάλα.

«Η Καβάλα», σημειώνει ο Τάσος Γιαπουτζής, μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ «είναι μία από τις πόλεις, που κατά την κορύφωση της προσφυγικής κρίσης τα προηγούμενα χρόνια, πρόσφυγες ερχόμενοι από την Ασία διέσχιζαν, με σκοπό να κατευθυνθούν προς τη Βόρεια Ευρώπη. Είναι επίσης ο τόπος μου γεννήθηκα και μεγάλωσα μέχρι που 24 ετών μετακόμισα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αφού έφυγα και κατά τις επισκέψεις μου πίσω στην πόλη, άρχισα να παρατηρώ στοιχεία του τόπου που δεν ήθελα – ή πιθανόν δεν μπορούσα – να παρατηρήσω πριν. Με την πάροδο των χρόνων, άρχισα να εξετάζω την πόλη υπό διαφορετική προοπτική, αμφισβητώντας τα στοιχεία που μας συνέδεαν. «Τι σημαίνει αυτό το μέρος πλέον για μένα;» αναρωτιόμουνα».

«Η «Ήσυχη Ζωή»», συνεχίζει, «ρίχνει μια ματιά στη ζωή αυτής της πόλης, η οποία, όπως πολλές άλλες στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, έχει επηρεαστεί σοβαρά από αρκετές εξελίξεις την τελευταία δεκαετία: μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών, οικονομική κρίση, νέοι που εγκαταλείπουν την χώρα για το εξωτερικό, κ.α. Στην ταινία ακολουθώ τη ζωή πολλαπλών χαρακτήρων. Από τη μία πλευρά, υπάρχουν οι ντόπιοι – μια γηράσκουσα κοινότητα χωρίς πολλούς νέους, που απλά υποφέρουν την καθημερινότητα – και από την άλλη υπάρχουν νέοι πρόσφυγες, περαστικοί που θεωρούν τον τόπο ως προσωρινό παράδεισο. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι μοιράζονται την ίδια τύχη, να ζουν σε αυτή τη μικρή πόλη, κοντά ο ένας στον άλλο, αλλά όχι αρκετά κοντά. Κάποιοι από αυτούς αισθάνονται την Καβάλα σαν φυλακή – μία πατρίδα σε παρακμή – ενώ για άλλους είναι η διαδρομή διαφυγής τους».

Στο διάρκειας 81 λεπτών ντοκιμαντέρ του Τάσου Γιαπουτζή η οικογένεια των προσφύγων αποτελεί σημείο αναφοράς για τις υπόλοιπες, προσφέροντας μια φρέσκια ματιά προς την πόλη, κατά μια έννοια, αυτή ενός επισκέπτη. «Η μητέρα με τα δύο αγόρια», σημειώνει ο νεαρός κινηματογραφιστής, «έχοντας ξεφύγει πρόσφατα από έναν μακρινό πόλεμο, βιώνει την πόλη με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τους ντόπιους που έχουν περάσει όλη τους τη ζωή εκεί. Υπάρχει ωστόσο ένας κοινός παρονομαστής στη ζωή τους: όλοι αναμένουν το μέλλον να έρθει. Και ενώ αναμένουν, προσπαθούν να καλύψουν τις ήσυχες ζωές τους με θόρυβο, οπουδήποτε είδους θόρυβο, μόνο και μόνο επειδή όταν εμφανίζεται η σιωπή, η ζωή γίνεται αφόρητη.

Ερωτηθείς αν θεωρεί ότι η «Ήσυχη Ζωή» παρουσιάζει τελικά με το δικό της τρόπο το δράμα των προσφύγων, ο Τάσος Γιαπουτζής απαντά: «Προσωπικά πιστεύω ότι δεν είναι μια ακόμη ταινία για το δράμα των προσφύγων. Πρόκειται για μια ταινία που καταπιάνεται με τον αντίκτυπο της πολύπλευρης μετανάστευσης στις μικρές κοινότητες, την ειρωνική φύση της ζωής, τη σημασία της συντροφικότητας και της συμβίωσης αλλά και την αναπόφευκτη μοναξιά που βιώνουμε στη ζωή μας. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η ταινία εξελίσσεται σε μια σύντομη μελέτη της ζωής στη σύγχρονη Ελλάδα αποτελώντας ίσως και μία μικρογραφία της κατάστασης στην Ευρώπη».

‘Ηταν η αγάπη για την πόλη ή η ανάγκη μιας βαθύτερης αναζήτησης οδήγησε στη δημιουργία του ντοκιμαντέρ; «Αυτό που με οδήγησε στην παραγωγή της συγκεκριμένης ταινίας δεν είναι μόνο η νέα μου προσωπική σχέση με την πόλη όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία 8 χρόνια της ζωής μου. Η αλλαγή αυτή συμπίπτει με τις κοινωνικές εξελίξεις που συνέβησαν τόσο στην Καβάλα όσο και σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Αυτές οδήγησαν στην αναμόρφωση της ζωής στις τοπικές κοινότητες, τις πόλεις, τις χώρες. Η Ήρεμη Ζωή επιτρέπει τον θεατή να σκεφτεί και να αναλογιστεί αυτές τις αλλαγές αλλά και την κατάσταση της δικής του προσωπικής ζωής, προτρέποντάς τον να αναρωτηθεί όπως ακριβώς κι εγώ όταν ξεκίνησα να δουλεύω σε αυτή την ταινία: Τι σημαίνει για μας ο τόπος στον οποίο ζούμε;».

Προηγούμενο άρθροΠαράσταση διαμαρτυρίας από τους κατοίκους του Αμυγδαλεώνα στο δημοτικό συμβούλιο της Πέμπτης
Επόμενο άρθροΠραγματοποιήθηκε η αδελφοποίηση του Δήμου Παγγαίου με τον Δήμο Σπάρτης στη Νέα Πέραμο