Με μεγάλη προσοχή παρακολουθεί η Αθήνα τις εξελίξεις στην Τουρκία, αν και η πολιτική ηγεσία απέφυγε τις εκτιμήσεις για την έκβαση του δεύτερου γύρου των εκλογών προκειμένου να μη δώσει λαβή σε κατηγορίες για ανάμειξη στα εσωτερικά της γείτονος. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι δεν μπορεί να τοποθετηθεί έως ότου να υπάρξει το τελικό αποτέλεσμα, παραδέχθηκε ωστόσο ότι ο Τούρκος Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει προβάδισμα. Δημοσίως, η Αθήνα εκφράζει την ελπίδα «η επόμενη ημέρα των εκλογών να μας βρει με μια Τουρκία πιο συνεννοήσιμη», τονίζοντας ταυτόχρονα ότι δεν προσεγγίζει το ζήτημα με αφέλεια.
Των Π. ΓΑΛΙΑΤΣΑΤΟΥ, Α. ΚΟΣΩΝΑ, ΕΥ. ΑΡΕΤΑΙΟΥ, Θ. ΤΣΙΤΣΑ
Οπως ξεκαθάρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα επιμείνει στη στρατηγική της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, «η οποία στηρίζεται στην οικοδόμηση ισχυρών συμμαχιών, στην ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας, στη μεγαλύτερη ευαισθητοποίηση των Ευρωπαίων εταίρων μας για ζητήματα που αφορούν τη νοτιοανατολική Μεσόγειο» όπως επίσης και «στην ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων, στην ανάδειξη της Ελλάδας ως ενός σημαντικότατου πόλου σταθερότητας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε πως σε κάθε περίπτωση αυτή η στρατηγική πρέπει να συνεχιστεί. «Ευχόμαστε για το καλύτερο, προετοιμαζόμαστε για το χειρότερο», είπε χαρακτηριστικά. Κατ’ ιδίαν στο υπουργείο Εξωτερικών, αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου, προεξοφλούν τη νίκη του Ερντογάν στις 28 Μαΐου, εκτιμώντας ότι το αποτέλεσμα, όπως διαμορφώθηκε στον πρώτο γύρο, είναι μη αναστρέψιμο. Ποιες συνέπειες θα έχει αυτό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις εξαρτάται πάντως αποκλειστικά από τις διαθέσεις του Ερντογάν, από το αν δηλαδή θα θελήσει να αφήσει μια παρακαταθήκη ειρήνης με τις γειτονικές χώρες της Τουρκίας ή αν θα πιστέψει, μετά από έναν νέο εκλογικό θρίαμβο, ότι είναι πλέον ανεξέλεγκτος. Διπλωματικές πηγές εκτιμούν ότι, διαβάζοντας το εκλογικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου στην Τουρκία, οι ενδείξεις συνηγορούν περισσότερο προς τη δεύτερη εκδοχή. Αλλωστε, ο εθνικισμός ήταν ο μεγάλος νικητής των εκλογών, με τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί να καταφέρνει να συγκρατήσει τις απώλειές του και τον Σινάν Ογάν να πετυχαίνει μια καλή επίδοση στις προεδρικές εκλογές.
Η αναγκαστική στροφή της αντιπολίτευσης σε μια πιο εθνικιστική ατζέντα μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών το επιβεβαιώνει. Στην πραγματικότητα, η Αθήνα περιμένει αργά ή γρήγορα την επιστροφή του Ερντογάν στο κλίμα που επικρατούσε πριν από τους σεισμούς και στις πρακτικές του και στον τερματισμό της μετασεισμικής «εκεχειρίας», αν μη τι άλλο και για τον λόγο ότι η τουρκική ατζέντα, έτσι όπως έχει διαμορφωθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, παραμένει στο τραπέζι.
Στο υπουργείο Εξωτερικών, όπου κόντρα σε όλες τις δημοσκοπήσεις περίμεναν τη νίκη Ερντογάν, δεν εκτιμούν ότι η επιστροφή του σε αυτήν την ατζέντα θα συμβεί άμεσα, αφού θεωρούν ότι το πρώτο διάστημα -και τουλάχιστον έως το φθινόπωρο- ο Τούρκος Πρόεδρος θα είναι απασχολημένος με τα μεγάλα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, αλλά και με το να αντιμετωπίσει τις οδυνηρές συνέπειες των σεισμών στις επαρχίες που έχουν πληγεί. Μόλις ωστόσο συμβεί το παραμικρό, δηλαδή μόλις ο Ερντογάν αποφασίσει να ερμηνεύσει κάποια κίνηση της Ελλάδας ή της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πρόκληση για τον ίδιο, η ένταση θα επανέλθει δριμύτερη στις διμερείς σχέσεις.
Υπάρχουν βέβαια σημαντικές διαφορές με την προ σεισμών περίοδο. Η σημαντικότερη είναι το πώς θα αντιμετωπίσουν τον Ερντογάν οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι, μετά την εκλογική του νίκη, που επιτεύχθηκε με συνθήματα εναντίον της Δύσης. Ποντάροντας και στην εναλλακτική της αντιπολίτευσης, οι Ευρωπαίοι -και κυρίως οι ΗΠΑ- είχαν την… πολυτέλεια να είναι πιο σκληροί απέναντι στον Ερντογάν, ενώ τώρα θα αναζητήσουν τρόπους να συμβιβαστούν μαζί του, καθώς, όπως εκτιμούν διπλωματικές πηγές, η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες θα αποχωρήσουν από το δόγμα «να κρατήσουμε την Τουρκία στη Δύση». Αυτό θα δώσει στον Ερντογάν το πλεονέκτημα να διαπραγματευτεί από θέση ισχύος γι’ αυτά που ζητάει και την αίσθηση ότι είναι πλέον ανεξέλεγκτος, κάτι που αναμένεται ότι θα έχει ευρύτερες συνέπειες στην περιοχή. Ο Τούρκος Πρόεδρος θα αισθανθεί πιο ελεύθερος να βγάλει την επιθετικότητα του καθεστώτος του, στην αρχή στους εσωτερικούς εχθρούς και στη συνέχεια στους εξωτερικούς.
Με την Τουρκία να μετεωρίζεται μεταξύ Ανατολής και Δύσης, η δεύτερη και εξίσου σημαντική διαφορά είναι ότι η γεωπολιτική σημασία της Ελλάδας παραμένει ισχυρή για τους εταίρους και τους συμμάχους της, ενώ μειώ-νονται οι πιθανότητες να της ζητηθεί να προσέλθει σε έναν άβολο διάλογο με την Τουρκία, για τον οποίο έστρωναν το έδαφος οι ΗΠΑ και το Βερολίνο στην προεκλογική περίοδο. Απέναντι στην Τουρκία και το φαινόμενο Ερντογάν κυριαρχεί προς το παρόν η στρατηγική αμηχανία και αυτό φάνηκε και από την εξαιρετικά λακωνική τοποθέτηση του εκπροσώπου της Κομισιόν μετά τον πρώτο γύρο των τουρκικών εκλογών: «Νίκη για τη δημοκρατία η μεγάλη συμμετοχή. Περιμένουμε τα αποτελέσματα του β’ γύρου».
Νίκησε και τις δημοσκοπήσεις – Πώς ο Ερντογάν κατάφερε να ανατρέψει τα προγνωστικά και να χάσει μόνο σε μεγάλα αστικά κέντρα
Aν διάβαζε κανείς με προσοχή τις δημοσκοπήσεις για τις τουρκικές εκλογές (προεδρικές και βουλευτικές), θα καταλάβαινε ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να κερδίσει. Ενα επιχείρημα όσων (και ήταν πολλοί) έβλεπαν νικητή τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου ήταν ότι ο κόσμος «έχει βαρεθεί» με τον Ερντογάν, επειδή κυβερνά 20 χρόνια. Προσέθεταν ότι η τουρκική οικονομία πάει άσχημα και ο λαός έχει αγανακτήσει από την ακρίβεια στα βασικά είδη διατροφής (ψωμί, γαλακτοκομικά, κηπευτικά, κρέας), άρα «θα τελειώνει ο Ερντογάν». Ξέχασαν να ρίξουν μια ματιά στον χάρτη. Ο μισός πληθυσμός ψήφισε πάλι Ερντογάν για Πρόεδρο, δίνοντας συγχρόνως άνετη πλειοψηφία στη συμμαχία του κόμματός του (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, AKP) στη Βουλή. Διαθέτει 323 έδρες στην αποτελούμενη από 600 μέλη Εθνοσυνέλευση, έναντι 212 της συμμαχίας της οποίας ηγείται το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP) του Κιλιτσντάρογλου και 65 εδρών που κέρδισε η αριστερή οικολογική συμμαχία, στην οποία μετέχει το φιλοκουρδικό κόμμα HDP. Ενα άλλο βασικό επιχείρημα όσων μιλούσαν για σίγουρη νίκη Κιλιτσντάρογλου ήταν ότι «θα σαρώσει» σε Κωνσταντινούπολη, Αγκυρα και Σμύρνη. Και αφού θα «σαρώσει» εκεί όπου ζει περίπου το 1/3 του πληθυσμού της χώρας (με το 27% των εδρών της Βουλής), «έχει κερδίσει». Κι αυτό λάθος. Δεν «σάρωσε».
Οι μεγάλες πόλεις
Η Κωνσταντινούπολη εκλέγει 98 έδρες, η Αγκυρα 36 και η Σμύρνη 28. Και οι τρεις μαζί εκλέγουν 162 βουλευτές από τους 600, δηλαδή το 27% του συνόλου. Ο Ερντογάν μπορεί να ηττήθηκε οριακά σε Κωνσταντινούπολη (46,7%, έναντι 48,5% του Κιλιτσντάρογλου) και Αγκυρα (46%, έναντι 47,3%) και καθαρά στη Σμύρνη (31,4%, έναντι 63,3%), αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να ισοφαριστεί η ηγεμονία του στην Ανατολία. Το οξύμωρο είναι ότι έχασε, έστω οριακά, στην Κωνσταντινούπολη στις προεδρικές εκλογές (46,7% έναντι 48,5%), αλλά κέρδισε με άνεση στις βουλευτικές: 46,3%, με τη συμμαχία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος να παίρνει 36,4%. Ετσι, εξέλεξε 48 βουλευτές, έναντι 39, σε μια πολύ κρίσιμη πόλη.
Σχεδόν το ίδιο πέτυχε και στην Αγκυρα. Εχασε με μικρή διαφορά στις προεδρικές (46%-47,3%), αλλά εξέλεξε στις βουλευτικές εκλογές 18 έδρες, όσες και ο αντίπαλός του. Το αποτέλεσμα είναι ότι στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας, «κάστρα της αντιπολίτευσης», σύμφωνα με (πολλούς) δυτικούς αναλυτές, εξέλεξε 75 έδρες, έναντι 74 της συμμαχίας Κιλιτσντάρογλου και 13 της αριστερής συμμαχίας.
Οι περιφέρειες
Ομως, Τουρκία δεν είναι μόνο η Κωνσταντινούπολη, η Σμύρνη και η Αγκυρα, αλλά και τα 45 εκατομμύρια εκλογικού σώματος που… απομένουν. Μια ματιά σε οκτώ περιφέρειες, εκτός των τριών μεγάλων, μας βοηθούν να καταλάβουμε τη δύναμη, την έκταση και την τάση της ενδοχώρας. Οι οκτώ αυτές περιφέρειες στις βουλευτικές εκλογές εκλέγουν 122 έδρες από το σύνολο των 600 της Βουλής, δηλαδή το 20,3% του συνόλου. Από αυτές, ο Ερντογάν έχασε τις τρεις (Αττάλεια, Αδανα, Μερσίνα) και κέρδισε τις πέντε (Ικόνιο, Γκαζιαντέπ, Κοτσαέλι, Σανλιούρφα και Προύσα). Να σημειωθεί ότι Σανλιούρφα και Γκαζιαντέπ επλήγησαν δραματικά από τους σεισμούς και εκεί έλαβε αντιστοίχως 62% και 59,8%, κάτι που δείχνει στήριξή του και όχι αποδοκιμασία από τους δοκιμαζόμενους πληθυσμούς. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει σχεδόν παντού στον κόσμο όταν μια καταστροφή πλήττει μια περιοχή. Συχνά ο πληθυσμός της συσπειρώνεται γύρω από την υπάρχουσα ηγεσία της χώρας. Σε αριθμό βουλευτών, η συμμαχία του επικράτησε με άνεση, κερδίζοντας 70 από τους 122 που εκλέγουν οι οκτώ αυτές περιφέρειες.
Στον Πόντο
Στις παλαιές ποντιακές περιφέρειες Σαμψούντας, Τραπεζούντας, Κερασούντας, Σινώπης, Ριζούντας, Κοτυώρων, που εκλέγουν 30 έδρες συνολικά, η συμμαχία του AKP πήρε τις 21 και η συμμαχία των Ρεπουμπλικανών με το CHP επικεφαλής περιορίστηκε στις εννέα. Οσον αφορά τις προεδρικές εκλογές, ο Ερντογάν στις έξι αυτές περιφέρειες «σάρωσε». Στις πέντε (πλην της Σινώπης, όπου πήρε 58,5%) πέρασε το 61%, ενώ στη Ριζούντα (Rize, που είναι η γενέτειρά του) έφτασε το 72,8%.
Χαοτικές διαφορές
Ανάλογη είναι η κατάσταση στις περισσότερες περιφέρειες της «βαθιάς» Τουρκίας: Ερζερούμ 68% για τον Ερντογάν και 24% για τον Κιλιτσντάρογλου, Σίβας 69-24, Μαλάτια 69-27, Καισάρεια 63-27, Καχραμανμαράς 72-22, Αφιόν Καραχισάρ 64-29, Κιουτάχεια 66-27.
Είναι προφανές ότι, εκτός από τις περιοχές στα δυτικά και νότια παράλια της Τουρκίας και του νοτιοανατολικού κομματιού, το οποίο ελέγχουν πληθυσμιακά και πολιτικά οι Κούρδοι, η αντιπολίτευση δεν ήταν σε θέση να διεκδικήσει με αξιώσεις τη νίκη. Επικράτησε σε 30 από τις 87 εκλογικές περιφέρειες και σε αρκετές από αυτές οριακά.
Επιστροφή στον εθνικισμό και στον ισλαμισμό
Τι λένε στην «R» Τούρκοι αναλυτές για το αποτέλεσμα των εκλογών και τι αναμένουν στον δεύτερο γύρο
Με τον ακραίο εθνικισμό και τον ριζοσπαστικό ισλαμισμό να είναι οι μεγάλοι νικητές των βουλευτικών εκλογών, καθώς και του πρώτου γύρου των προεδρικών, και την οικονομία να δίνει ήδη σημάδια επικίνδυνης «υπερθέρμανσης», η Τουρκία οδεύει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να είναι το αδιαφιλονίκητο φαβορί.
«Η Τουρκία εξέλεξε την πιο εθνικιστική και συντηρητική (ισλαμική) Εθνοσυνέλευση στην ιστορία της», έγραψε ο δημοσιογράφος Μουράτ Γετκίν στον ιστότοπό του, καταδεικνύοντας ότι η κοινωνία, παρά τις βαθιές αλλαγές στον τρόπο ζωής και στις αντιλήψεις, μετακινείται σταθερά προς τα δεξιά και τα ακροδεξιά, με άξονα τον εθνικισμό. «Yπάρχει πάντα μια μετατόπιση προς τα δεξιά και, αν μετατοπιστούμε λίγο προς εκεί, μπορούμε να συγκεντρώσουμε αυτούς τους ψηφοφόρους. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει, το Κέντρο συνεχίζει να αδειάζει», είπε ο καθηγητής του Μπέρκλεϊ, Τσιχάν Τουγκάλ, στην τουρκόφωνη υπηρεσία του BBC.
«Αν η Αριστερά δεν αναπτύξει μια στρατηγική απέναντι σε αυτό, θα συνεχίσει να χάνει τους δικούς της ψηφοφόρους. Ολες οι ελπίδες της εργατικής τάξης επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στην ακροδεξιά, όπως βλέπουμε στην περίπτωση του ακραίου ισλαμικού Κόμματος της Ανανεωμένης Ευημερίας (YRP). To όραμα μιας μεγάλης και δυνατής Τουρκίας έπεισε τους περισσότερους ψηφοφόρους, ενώ η πρόταση της αντιπολίτευσης για εκδημοκρατισμό και ορθολογισμό φάνηκε ως ριψοκίνδυνο πείραμα για την πλειοψηφία», δήλωσε στη Realnews μέλος της αντιπολίτευσης.
Ετσι, η Τουρκία δείχνει να ακολουθεί την ευρύτερη παγκόσμια τάση των κοινωνιών να επιλέγουν το αίσθημα της σταθερότητας, της ασφάλειας και της εθνικής και κοινωνικής εσωστρέφειας («nativism», όπως στις ΗΠΑ), έναντι της προοπτικής εκδημοκρατισμού και κοινωνικού προοδευτισμού.
Η «ακτινογραφία»
Εθνικισμός: Το ΜΗΡ, που ακόμα και οι φιλοκυβερνητικές δημοσκοπήσεις το υπολόγιζαν περίπου στο 7%-8%, έλαβε τελικά 10%, διατηρώντας την ισχύ του. Η επικράτηση του σκληρού εθνικισμού και αυταρχισμού καταγράφεται και από το εντυπωσιακά μεγάλο ποσοστό του Σινάν Ογάν.
Ισλαμισμός: Τα κόμματα του Αλί Μπαμπατζάν και του Αχμέτ Νταβούτογλου απέτυχαν παταγωδώς. Αντίθετα, το μικρό ισλαμικό αντιδραστικό κόμμα της Ανανεωμένης Ευημερίας, που συντάχθηκε με τον Ερντογάν, κατάφερε να πλησιάσει το 3%, ένα εντυπωσιακό και αναπάντεχο ποσοστό. Επιπλέον, το ακραίο κουρδικό ισλαμικό κόμμα Huda-Par, πολιτικός εκπρόσωπος της κουρδικής Χεζμπολάχ, κατάφερε μέσα από τη συμμαχία του με το ΑΚΡ να εκλέξει τέσσερεις βουλευτές για πρώτη φορά στα χρονικά.
Οι Κούρδοι
Κουρδικές περιοχές: Το HDP/YSP παραμένει πρώτο κόμμα, αλλά με μια εξασθένηση τόσο σε τοπικό όσο και εθνικό επίπεδο, χάνοντας συνολικά περίπου 2%.
Σεισμόπληκτες περιοχές: Το ΑΚΡ σημείωσε πτώση, αλλά ο Ερντογάν υπερίσχυσε απόλυτα.
Μεγάλα αστικά κέντρα: Τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και στην Αγκυρα, ο Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου μετά βίας υπερίσχυσε του Ερντογάν. Το μερίδιο του ΑΚΡ στις κοινοβουλευτικές ψήφους μειώθηκε από 42,56% (στις εκλογές του 2018) σε 35,6%, σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση, το χαμηλότερο σκορ που έχει σημειωθεί ποτέ σε οποιεσδήποτε εκλογές για τον Ερντογάν μέχρι σήμερα.
Γυναίκες: Στις εκλογές της 14ης Μαΐου εξελέγησαν 121 γυναίκες βουλευτές. Το ποσοστό των γυναικών στην Εθνοσυνέλευση ανέβηκε στο 20%.
Αυτοδυναμία
Ενώ το ηθικό των φιλοκυβερνητικών είναι στο ζενίθ, παρόλο που ο Ερντογάν δεν κατάφερε να κερδίσει από τον πρώτο γύρο, οι οπαδοί και τα στελέχη της αντιπολίτευσης βρίσκονται σε κατάσταση σοκ.
Ο Ερντογάν ξεκινά με «δυνατό αέρα στα πανιά του», όπως είπε Τούρκος αναλυτής στην «R», καθώς εξασφάλισε την αυτοδυναμία στην Εθνοσυνέλευση, ενώ ο ακραίος εθνικισμός και ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός αποτελούν πλέον το βασικό «καύσιμο», το οποίο πιθανότατα θα του δώσει τη νίκη στις 28 Μαΐου. Ορισμένοι στην αντιπολίτευση θεωρούν ότι ο δεύτερος γύρος πρέπει να χαρακτηριστεί ως «δημοψήφισμα», αλλά η επικοινωνιακή και προεκλογική στρατηγική του Κ. Κιλιτσντάρογλου φαίνεται να καταρρέει.
«Μέχρι την Τρίτη, ο Κιλιτσντάρογλου δεν είχε καταφέρει να μιλήσει στους υποστηρικτές του. Ανέβασε ένα βίντεο στο Twitter, όπου χτυπά ένα τραπέζι και λέει: “Είμαι εδώ μέχρι το τέλος”», έγραψε ο δημοσιογράφος και αναλυτής Ρατζίπ Σοϊλού στο Middle East Eye. Και συνέχισε:
«Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η αντιπολίτευση δεν έχει συγκροτημένη στρατηγική για τον δεύτερο γύρο, τουλάχιστον προς το παρόν. Ακουσα, μάλιστα, ότι μετά την κακή εμφάνιση της Κυριακής κάποια μέλη της προεκλογικής ομάδας του Κιλιτσντάρογλου απολύθηκαν». Ο Κιλιτσντάρογλου έδιωξε τον εκ των αντιπροέδρων του CHP, αρμόδιο για την ψηφιακή πολιτική του κόμματος Ονουρσά Αντιγκιουζέλ, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για την παραπλάνηση του κόμματος τη νύχτα των εκλογών, καθώς κάποια στιγμή δόθηκε η εντύπωση ότι κερδίζει ο Κιλιτσντάρογλου. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Ρ. Σοϊλού σημείωσε ότι η Μεράλ Ακσενέρ είναι πια απούσα από την προεκλογική εκστρατεία.
Σύμφωνα με τον τουρκικό Τύπο, όλα δείχνουν ότι επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας της αντιπολίτευσης ενόψει του δεύτερου γύρου θα είναι ο Εκρέμ Ιμάμογλου και η χαρισματική επικεφαλής του CHP στην Κωνσταντινούπολη Τζανάν Καφταντσίογλου, κάτι που δείχνει τον μεγάλο εκνευρισμό που κυριαρχεί στην Εθνική Συμμαχία. Πάντως, ο δημοσιογράφος της αντιπολιτευόμενης «Karar» Γιλντιράι Ογκούρ εκτιμά ότι το κύριο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει η αντιπολίτευση στον δεύτερο γύρο θα είναι η απογοήτευση των ψηφοφόρων της. Ο Ερντογάν, με βάση τουρκικά δημοσιεύματα, αναμένεται ότι τις επόμενες ημέρες θα προσπαθήσει να… στιγματίσει τον Κιλιτσντάρογλου, χαρακτηρίζοντάς τον «αδύναμο» και «έτοιμο να συνεργαστεί με τρομοκράτες», δηλαδή το φιλοκουρδικό HDP/YSP, το οποίο, σύμφωνα με το αφήγημα της κυβέρνησης, είναι το πολιτικό πρόσωπο του ΡΚΚ. Ο Κιλιτσντάρογλου και η αντιπολίτευση, από την πλευρά τους, φαίνεται ότι πέφτουν στην παγίδα του Ερντογάν, καθώς έχουν αποφασίσει να κάνουν μια στροφή στον εθνικισμό και στη σκληρή γλώσσα.
Ηδη ο Κιλιτσντάρογλου εμφανίστηκε με ένα ακόμα πιο σκληρό αντιμεταναστευτικό αφήγημα απ’ ό,τι συνήθως, ενώ δεν αποκλείεται να υιοθετήσει και μια πιο εθνικιστική στάση και σε άλλα ζητήματα. Οπως όμως είπαν σκωπτικά στην «R» Τούρκοι αναλυτές, «είναι μεγάλο στρατηγικό λάθος να “σερφάρει” η αντιπολίτευση στο “κύμα” που έφερε πρώτους τη Λαϊκή Συμμαχία και τον Ερντογάν. Οι ψηφοφόροι σε αυτές τις περιπτώσεις φαίνεται πάντα ότι προτιμούν τον “αυθεντικό” από αυτόν που προσπαθεί να τον μιμηθεί».
Ρυθμιστής ο Ογάν
Με 5,24%, ο υπερεθνικιστής Σ. Ογάν έχει αναδειχθεί σε ρυθμιστή του δεύτερου γύρου, αν και συνομιλητές της «R» εκτιμούν ότι οι περισσότερες ψήφοι που έλαβε είναι ψήφοι διαμαρτυρίας και δεν θα είναι εύκολο να καθοδηγήσει τους συγκεκριμένους πολίτες. Πάντως, η επιτυχία του στον πρώτο γύρο οφείλεται στον σκληρό αντικουρδικό και αντιπροσφυγικό λόγο του. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, ο Ογάν βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με τον Κιλιτσντάρογλου για να τον στηρίξει, με αντάλλαγμα ενδεχομένως ένα υπουργείο. Ωστόσο, για τον επικεφαλής του CHP είναι «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα», καθώς, αν ο Ογάν εκφράσει επίσημα τη στήριξή του, τότε ο Κιλιτσντάρογλου θα κινδυνεύσει να χάσει πολύτιμες ψήφους από τους Κούρδους.
Αρχή capital controls;
Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, μετά την άνοδο της ισοτιμίας του δολαρίου σχεδόν στις 20 λίρες και τη δραματική μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της κατά 8 δισ. δολάρια σε μία μόνο εβδομάδα, φτάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 21 ετών, στα 114.9 δισ. δολάρια, προχώρησε σε μερική επιβολή capital controls. Και αυτό με τη μορφή επιβολής ανώτατου ορίου, που αντιστοιχεί περίπου σε 680 ευρώ, σε όλες τις αναλήψεις που γίνονται με πιστωτικές κάρτες. Οικονομολόγοι και επενδυτές εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή είναι η αρχή μιας σειράς capital controls, με τα οποία η Κεντρική Τράπεζα και η νέα τουρκική κυβέρνηση θα προσπαθήσουν να αποφύγουν τους κινδύνους που απειλούν το τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο, λίγες ώρες αργότερα, μετά από παρέμβαση του Ερντογάν, η Κεντρική Τράπεζα ήρε ακόμα και αυτή τη μερική επιβολή των capital controls. Τουρκικές χρηματοοικονομικές πηγές δεν αποκλείουν, πάντως, να επανέλθει αυτό το μέτρο αμέσως μετά τις εκλογές.
Την ίδια ώρα, ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος Ντάρον Ατζέμογλου προειδοποιεί ότι το ΑΚΡ έχει ξοδέψει αποθεματικά για να διατηρήσει το δίκτυο συμφερόντων του και έχει αυξήσει τις δαπάνες δίνοντας υποσχέσεις στους ψηφοφόρους. «Δεν είναι σαφές το πώς η χώρα θα επιβιώσει από την οικονομική κατάρρευση», υποστηρίζει, κάνοντας λόγο για ένα πολύ απειλητικό σενάριο μετεκλογικά. «Δυστυχώς, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το ΑΚΡ μπορεί να επιλύσει την κρίση. Δεν υπάρχουν αρκετοί ειδικευμένοι άνθρωποι για να κάνουν τη δουλειά και η διαφθορά και η κακοδιαχείριση είναι πιθανό να συνεχιστούν. Ανησυχώ για το μέλλον της οικονομίας και της δημοκρατίας μας», τονίζει.
Αμηχανία και στάση αναμονής από τις ΗΠΑ
Πώς είδε η αμερικανική κυβέρνηση το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών. Οι σκέψεις για την επόμενη ημέρα
Για μήνες, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ συμβούλευε τόσο τον Λευκό Οίκο όσο και το Κογκρέσο να προχωρήσουν χαλαρά με την Τουρκία. Η λογική τους ήταν ότι η Τουρκία είχε εκλογές και οποιοσδήποτε εξαναγκασμός ή οποιαδήποτε τιμωρητική αντίδραση θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ενόψει των εκλογών.
Μετά τις εκλογές της 14ης Μαΐου και με έναν δεύτερο γύρο με προκαθορισμένο αποτέλεσμα οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα πρέπει να περιμένουν έναν ακανθώδη δρόμο. Το ερώτημα που τίθεται τώρα είναι αν θα κάνουν το ίδιο λάθος δύο φορές. Καθώς η Τουρκία πλησιάζει τα 100 χρόνια από την ίδρυσή της, η ρητορική αλλά και οι πράξεις του Ερντογάν θα γίνονται πιο ακραίες. Σύμφωνα με τον Αμερικανό αναλυτή Μάικλ Ρούμπιν, «οι Τούρκοι έχουν τροφοδοτηθεί με μια σταθερή ροή εθνικισμού, αν όχι φασισμού και φυλετικής ανωτερότητας. Το τουρκικό κοινό είναι προετοιμασμένο τόσο για επιθετικότητα όσο και για αντιπερισπασμό. Το μόνο ερώτημα είναι αν στόχος της Τουρκίας θα είναι η Ελλάδα, η Κύπρος, η Συρία, το Ιράκ ή η Αρμενία».
O Τζο Μπάιντεν είχε χαρακτηρίσει τον Ερντογάν αυταρχικό ηγέτη και είχε δηλώσει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να υποστηρίξουν τους αντιπάλους του. Τώρα, με τον Eρντογάν να προηγείται στη δύσκολη κούρσα για την τουρκική προεδρία, ο Μπάιντεν και οι βοηθοί του δεν εκφράζονται καθόλου, τονίζοντας μόνο ότι δεν επιλέγουν πλευρά.
«Υπάρχουν αρκετά προβλήματα σε αυτό το μέρος του κόσμου αυτή τη στιγμή», σημείωσε ο Μπάιντεν, μεταξύ άλλων. Η αμήχανη αμφιθυμία της ομάδας Μπάιντεν αντανακλά μια δυσάρεστη πραγματικότητα. Ο Τούρκος Πρόεδρος μπορεί να είναι ένας ανελεύθερος ηγέτης που έχει βλάψει τη δημοκρατία στη χώρα του, αλλά η Τουρκία είναι σύμμαχος του ΝΑΤΟ, ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία και η συνεχιζόμενη διαμάχη στη Μέση Ανατολή δεν επιτρέπουν στην Ουάσιγκτον απλώς να γυρίσει την πλάτη της στον ισχυρό άνδρα. Πιεζόμενος για το θέμα κατά τη διάρκεια ενημέρωσης με δημοσιογράφους, ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας Τζον Κίρμπι κράτησε ουδέτερη στάση. «Συγχαίρουμε τον τουρκικό λαό που εξέφρασε τις επιθυμίες του στην κάλπη με ειρηνικό τρόπο», είπε. «Ο τουρκικός λαός πρέπει να αποφασίσει πώς θα είναι η κυβέρνησή του».
Αναλυτές και πρώην αξιωματούχοι εικάζουν ότι πολλά στελέχη της κυβέρνησης Μπάιντεν θα προτιμούσαν να αποχαιρετήσουν τον Eρντογάν λόγω της θλιβερής πορείας του σε θέματα δημοκρατίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Με ρεαλισμό αναγνωρίζουν ότι ο Ερντογάν, ο οποίος κυβερνά την Τουρκία για δύο δεκαετίες και ελέγχει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα μέσα ενημέρωσης, είναι πιθανό να κερδίσει, καθώς ο Κιλιτσντάρογλου δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες τους.
Πέραν του τυπικού ισχυρισμού της Ουάσιγκτον ότι δεν παρεμβαίνει στις ξένες εκλογές, ζητώντας μόνο να είναι ελεύθερες, δίκαιες και μη βίαιες, ο Λευκός Οίκος μπορεί επίσης να θέλει να αποφύγει περαιτέρω ώθηση στην εκστρατεία του Eρντογάν. Ο Τούρκος ηγέτης είναι επιδέξιος στο να χρησιμοποιεί τον αντιαμερικανισμό για να κερδίσει ψήφους.
«Νομίζω ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν θα είναι ρεαλιστική και θα συνεργαστεί με τον Eρντογάν στον βαθμό που είναι δυνατό, γνωρίζοντας ότι αυτή είναι η τουρκική κυβέρνηση που έχει», σχολίασε ο Τσαρλς Κάπτσαν, πρώην ανώτερος αξιωματούχος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, στους «New York Times». Η Τουρκία, όμως, παραμένει σε αντίθεση με τις ΗΠΑ σε διάφορα μέτωπα, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου προσέγγισης των παρατεταμένων προκλήσεων όσον αφορά τη Συρία και, βεβαίως, τη Ρωσία.
Πώς πρέπει, λοιπόν, να απαντήσει η Δύση; Ορισμένοι Αμερικανοί διπλωμάτες προτρέπουν για σιωπή, υποστηρίζοντας ότι η κριτική κατά του Eρντογάν τού δίνει τη δυνατότητα να συσπειρώσει τις εθνικιστικές δυνάμεις στο πλευρό του. Κατά τον Χένρι Μπάρκεϊ, εμπειρογνώμονα επί τουρκικών θεμάτων, πρώην στέλεχος του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, αυτό είναι λάθος, για έναν απλό λόγο: «Το μονοπώλιο των ΜΜΕ του Τούρκου Προέδρου διαδίδει τα ψέματά του, ανεξάρτητα από το τι λένε ή κάνουν οι ξένοι. Το να υπολογίζεις στην καλή πίστη του Eρντογάν, να συμπεριφέρεται με ειλικρίνεια στους αντιπάλους, είναι ανόητο. Το να αντιμετωπίζεις τις εκλογές ως νόμιμες δίνει στον Eρντογάν τη νομιμότητα που ποθεί. Είναι καιρός να αναγνωρίσουμε ότι η Τουρκία δεν είναι πολύ διαφορετική από το Ιράν ή τη Ρωσία». Ωστόσο, ακόμα κι αν το κόμμα του Ερντογάν, το AKP, επικρατήσει, θα αναγκαστεί να αμβλύνει κάποιες από τις θέσεις του λόγω της μεγάλης ανάγκης για οικονομική ανακούφιση και καλύτερη πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές. «Ο Eρντογάν είναι καλός στο να αλλάζει στάση», είπε ο Μπάρκεϊ στο δίκτυο CBS.
Για την αμερικανική κυβέρνηση είναι δύσκολο να εξηγηθεί η ανθεκτικότητα του Eρντογάν. Οι Τούρκοι ασχολούνται περισσότερο με το μεγαλείο της πατρίδας τους, παρά με τα προβλήματα της καθημερινότητάς τους. Τους Τούρκους τούς άγγιξε τελικά η ομιλία του Eρντογάν, ο οποίος εξήρε τον διεθνή ρόλο της Τουρκίας, που κέρδισε κυρίως χάρη στις εφευρέσεις, αλλά και στον οπλισμό που εξήγαγε σε θέατρα πολέμου. Πάνω από όλα, όμως, οι ψηφοφόροι προτίμησαν τη συνέχεια με τον Eρντογάν από την περιπέτεια με μια συμμαχία έξι ετερογενών κομμάτων, γεμάτη αβεβαιότητες.
Προφανώς, η πλειονότητα των Τούρκων είναι λιγότερο ευαίσθητη από όσο θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί όσον αφορά τις ελευθερίες και τα δικαιώματα. Το να βλέπουν πρόσωπα όπως ο φιλάνθρωπος επιχειρηματίας Oσμάν Καβαλά ή ο ηγέτης της κουρδικής αντιπολίτευσης Kεμάλ Ντεμιρτάς να βγαίνουν από τη φυλακή δεν αποτελεί προτεραιότητα για τους περισσότερους Τούρκους.
Το κλειδί που μπορεί να εξηγήσει την επιτυχία του Ερντογάν στις κάλπες είναι το πελατειακό σύστημα, η φροντίδα του, όπως σε κάθε εκλογές, να προσελκύσει τις θρησκευτικές αδελφότητες, που αποτελούν μεγάλες δεξαμενές ψήφων, αλλά και η επιδεξιότητά του να κάνει εκστρατεία όχι για την υποτονική οικονομία, αλλά για την εξύψωση της εθνικής υπερηφάνειας, επικεντρωθείς στα πρόσφατα στρατιωτικά και τεχνολογικά επιτεύγματα. Εκ των υστέρων, η Ουάσιγκτον φαίνεται να έχει παρεξηγήσει πολύ τους Τούρκους ψηφοφόρους. Σαν να έπεσε στην παγίδα των αναγνώσεων κατά του Eρντογάν, μεταξύ των διανοουμένων της αντιπολίτευσης στην Κωνσταντινούπολη.