*Του Γιώργου Τσακίρη
Ηράκλειος αποστολή. Έτσι αποκάλεσε ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζ.Π. Γιουνκέρ, την προσπάθεια που ανέλαβαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ, η Τουρκία και -κυρίως- η Ελλάδα, με τη συμφωνία για την Κοινή Δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας στις 18 Μαρτίου του 2016.
Στόχος της Κοινής Δήλωσης, να τερματιστεί η παράνομη μετανάστευση από την Τουρκία και να αντικατασταθούν οι επικίνδυνες μεταναστευτικές ροές από οργανωμένες, ασφαλείς και νόμιμες οδούς προς την Ευρώπη, για τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο.
Σε αυτό το σημείο όμως, θα πρέπει να γίνει γνωστό πως :
α) ήδη από τον Ιούλιο του 2002, αποτελεί νόμο του ελληνικού κράτους το «Διμερές Ελληνο-Τουρκικό Πρωτόκολλο Επανεισδοχής, το οποίο υπεγράφη στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου 2001 και κυρώθηκε με το Ν.3030/2002 (ΦΕΚ Α΄-163/15-07-2002)
β) τον Μάϊο του 2014, δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η «Συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την επανεισδοχή προσώπων που διαμένουν χωρίς άδεια» που είχε υπογραφεί στην Άγκυρα στις 16 Δεκεμβρίου του 2013 (Document 22014A0507(01), 7/5/2014, L 134/3) [1]
γ) τον Οκτώβριο του 2015, είχαν ήδη συμφωνηθεί μέτρα περιορισμού της παράνομης μετανάστευσης μεταξύ εκπροσώπων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και της Τουρκίας (EU-Turkey Joint Action Plan, Βρυξέλλες 15/10/2015, MEMO/15/5860) [2]
Να σημειωθεί δε πως, από την 1η Ιουνίου 2016 τέθηκε σε ισχύ η ανωτέρω αναφερόμενη στο (β) Συμφωνία, ΚΑΙ για τους υπηκόους τρίτων χωρών, αντικαθιστώντας και το διμερές Ελληνο-Τουρκικό Πρωτόκολλο Επανεισδοχής που αναφέρεται στο (α). Ωστόσο, εκκρεμεί ακόμη η υπογραφή του Εφαρμοστικού Πρωτοκόλλου!
Μία απλή ανάγνωση και των τριών παραπάνω Συμφωνιών, αρκεί για να καταλάβει κανείς τα τεράστια κενά που άφηναν, είτε στην ερμηνεία, είτε στις διαδικασίες εφαρμογής τους.
Είναι πραγματικά απίστευτη η γραφειοκρατία που μπορούν να εμπνευστούν τα ανώτερα κλιμάκια της Ε.Ε. στις αποφάσεις-οδηγίες τους, όταν θέλουν είτε να εξυπηρετήσουν συμφέροντα συγκεκριμένων κρατών, είτε να κρατήσουν ισορροπίες, μην αποφασίζοντας -ουσιαστικά- τίποτε απολύτως!
Συνέβη δε αυτό που ήταν το απολύτως αναμενόμενο. Η Τουρκία εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο, όλες τις δυνατότητες που της προσέφεραν οι… αδυναμίες των προβλέψεων και διαδικασιών, όλων των Συμφωνιών που είχε υπογράψει.
Παράλληλα, «ξέσπασε» η μεταναστευτική κρίση του 2015, καθιστώντας πλέον την γειτονική χώρα, πραγματικό ρυθμιστή των εξελίξεων, όσον αφορά στις μεταναστευτικές ροές. Ας μου επιτραπεί δε να αναφέρω πως, ενώ οι πολεμικές συγκρούσεις στη Συρία και την ευρύτερη περιοχή, ήταν ήδη στον 3ο τους χρόνο δημιουργώντας μεγάλα «κύματα» προσφύγων προς την Τουρκία, είναι άξιο απορίας το πώς η μεταναστευτική κρίση του 2015 με τις μαζικές ροές προς την Ελλάδα, ξεκίνησαν την ίδια περίπου περίοδο που η Τουρκία θα έπρεπε να εφαρμόσει το σύνολο σχεδόν των υποχρεώσεων που είχε αναλάβει, μέσω των Συμφωνιών που είχε υπογράψει. Συμπτώσεις!
Έτσι, «προέκυψε» η νομικά αμφιλεγόμενη (το λιγότερο) Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας τον Μάρτιο του 2016, με αποτέλεσμα, μέχρι και σήμερα, να ισχύουν… τρεις διαφορετικές περιπτώσεις, όσον αφορά το καθεστώς επιστροφής παράνομων μεταναστών από την Ελλάδα προς την Τουρκία!
1) Το διμερές Πρωτόκολλο Επανεισδοχής Ελλάδας–Τουρκίας του 2002 για όσους παράνομους μετανάστες βρίσκονταν στην ηπειρωτική Ελλάδα,
2) η Συμφωνία Επανεισδοχής ΕΕ–Τουρκίας του 2014 μόνο για τους Τούρκους πολίτες που είχαν περάσει παράνομα στην Ελλάδα και
3) η Κοινή Δήλωση Ε.Ε.-Τουρκίας του 2016 για τους παράνομους μετανάστες που βρίσκονταν στα νησιά του Αιγαίου! [3]
Η αναγκαιότητα που «επέβαλε» την Κοινή Δήλωση του 2016, ήταν αυτή ακριβώς που αναφέρεται σε μία από τις παραγράφους του Προοιμίου της. Το «…να εξαρθρωθεί το επιχειρηματικό μοντέλο των διακινητών και να προσφερθεί στους μετανάστες μια εναλλακτική λύση ώστε να μη βάζουν σε κίνδυνο τη ζωή τους…». Η ίδια όμως ακριβώς αιτιολογία, χρησιμοποιείται, τόσο στο Διμερές Πρωτόκολλο Επανεισδοχής Ελλάδας-Τουρκίας του 2002, όσο και στη Συμφωνία Επανεισδοχής ΕΕ-Τουρκίας του 2014!
Στο ίδιο δε Προοίμιο, αναφέρεται πως «στις 7 Μαρτίου 2016, η Τουρκία συμφώνησε περαιτέρω να δεχθεί την ταχεία επιστροφή ΟΛΩΝ των μεταναστών που δεν χρήζουν διεθνούς προστασίας και μεταβαίνουν από την Τουρκία στην Ελλάδα…», χωρίς καμία ιδιαίτερη διευκρίνιση περί… νησιών. Αυτή, προκύπτει στα μέτρα-δράσεις που αναφέρονται πιο κάτω στο ίδιο κείμενο (δράσεις 1 & 2) [4].
Καταλυτικά, κατά την γνώμη μου, γεγονότα που παίζουν τεράστιο ρόλο για τις περαιτέρω εξελίξεις στο όλο ζήτημα, αποτελούν α) το πραξικόπημα που εκδηλώθηκε στην γειτονική χώρα τον Ιούλιο του 2016, β) οι συνταγματικές αλλαγές που έγιναν στην Τουρκία το 2017, παραχωρώντας υπερεξουσίες στον Πρόεδρο της χωρας, μετατρέποντας το πολίτευμά της σε Προεδρική Δημοκρατία, γ) οι προεδρικές εκλογές του Ιουλίου του 2018 που κατέστησαν τον Ερντογάν σε απόλυτο -σχεδόν- κυρίαρχο του πολιτικού (και όχι μόνο) κατεστημένου στη γειτονική χώρα, αλλά και δ) η άρνηση της χώρας μας να επιστρέψει στην Τουρκία τους 8 στρατιωτικούς που η ίδια θεωρούσε ως εμπλεκόμενους στο πραξικόπημα του 2016, και οι οποίοι είχαν καταφύγει στην Ελλάδα. Μια άρνηση που δυσχέρανε ακόμη περισσότερο την εφαρμογή του Διμερούς Πρωτοκόλλου Επανεισδοχής Ελλάδας-Τουρκίας του 2002, προκαλώντας ακόμη και την επίσημη δήλωση του υπουργού εξωτερικών Τσαβούσογλου περί «παγώματος» της εφαρμογής του.
Με βάση λοιπόν την ήδη υπάρχουσα κωλυσιεργία (αν όχι άρνηση) της γείτονος να εφαρμόσει τις διαδικασίες επιστροφής στο έδαφός της όσων μεταναστών βρίσκονταν ήδη στην Ελλάδα και δεν ήταν δικαιούχοι διεθνούς προστασίας, όπως προκύπτει και από τα αναφερόμενα στο υπ’ αριθ. 4340/26-2-2018 έγγραφο του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής προς το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο αναφέρεται πως «… ο επιβαλλόμενος [ ] περιορισμός των [ ] αιτούντων διεθνή προστασία, γίνεται [….] δεδομένου ότι οι αιτούντες οι οποίοι έχουν προωθηθεί στην ενδοχώρα και δεν παραμένουν στα νησιά του Αιγαίου δεν γίνονται δεκτοί προς επιστροφή από την Τουρκία, κατά τη μέχρι σήμερα ακολουθούμενη πρακτική» [5], και κυρίως τις αναφορές περί «ελληνικών νησιών» στην Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, προέκυψε τον Μάϊο του 2017 η απόφαση της τότε Δ/ντριας της Υπηρεσίας Ασύλου (απόφαση 10464/31-5-2017), για τον περιορισμό-απαγόρευση μετακίνησης προς την ηπειρωτική χώρα, όσων μεταναστών-προσφύγων είχαν περάσει στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Μία απόφαση που ακυρώθηκε από το Δ΄ Τμήμα του ΣτΕ, με την απόφαση 805/17.4.2018, με το ορθό σκεπτικό πως δεν αναφέρονταν «…οι λόγοι για τους οποίους επιβλήθηκε το μέτρο, προκειμένου να μπορεί να διαπιστωθεί ότι το μέτρο αυτό ήταν απαραίτητο (άρθρο 31 παρ. 2 της Σύμβασης της Γενεύης)». Παρ’ ολ’ αυτά, μία μόλις εβδομάδα αργότερα, με νέα απόφασή του, ο νέος πλέον Δ/ντης της Υπηρεσίας Ασύλου, επέβαλε και πάλι τον γεωγραφικό περιορισμό όσων προσφύγων-μεταναστών έφταναν στα ελληνικά νησιά, προκειμένου να μη μετακινηθούν ελεύθερα στην ενδοχώρα.
Σήμερα, ακόμη και με την αλλαγή της κυβέρνησης και την ψήφιση του ν. 4636/11-2019 (ΦΕΚ Α΄169) «Περί Διεθνούς Προστασίας και άλλες διατάξεις», ο οποίος στο εδαφ.(α) της παρ.7 του Αρ. 39 προβλέπει πως «ο Διοικητής του Κέντρου Υποδοχής και Ταυτοποίησης στα σύνορα της χώρας, λόγω επειγουσών αναγκών εξαιτίας αύξησης αφίξεων [….] και ιδίως σε περίπτωση προσώπων που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες, με απόφασή του δύναται να παραπέμπει τον υπήκοο τρίτης χώρας ή ανιθαγενή σε Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης στην ενδοχώρα ή να ορίζει την παραμονή σε άλλες κατάλληλες δομές, για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση της διαδικασίας υποδοχής και ταυτοποίησης…», τίποτε σχεδόν δεν έχει αλλάξει, όσον αφορά στον συγκεκριμένο τομέα. Η Τουρκία εξακολουθεί να κωλυσιεργεί όσον αφορά στις επιστροφές, είτε από την ενδοχώρα, είτε από τα νησιά, σκληραίνοντας μάλιστα τη στάση της, φέρνοντας τα πράγματα σε οριακό σημείο.
Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως, μοναδικός και κύριος ίσως σκοπός της μη μεταφοράς των μεταναστών-προσφύγων από τα ελληνικά νησιά στην ενδοχώρα, και τη συνεπακόλουθη αποσυμφόρησή τους, είναι το γεγονός πως με τις ανοιχτές δομές φιλοξενίας που υπάρχουν και την ελεύθερη μετακίνηση των μεταναστών χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο, το σύνολο σχεδόν των μεταφερομένων θα προσπαθούσε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, να περάσει τα σύνορα της Ελλάδας, προς την ευρωπαϊκή χώρα στην οποία επιθυμούσε εξαρχής να πάει.
Κάτι που σίγουρα δεν επιθυμούν οι, γνωστές σε όλους, χώρες προορισμού.
Σκοπός του κειμένου, σίγουρα δεν ήταν το να κουράσει τον αναγνώστη με αλλεπάλληλες αναφορές στοιχείων.
Σκοπός του, ήταν να καταδείξει πως, γι’ ακόμη μία φορά, η «Ηράκλειος προσπάθεια» της χώρας μας, διέθετε «Αχίλλειο πτέρνα».
Πηγές :
[1] https://eur-lex.europa.eu/legal-content/EL/TXT/?uri=celex:22014A0507(01)
[2] https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/el/MEMO_15_5860
[3] https://government.gov.gr/ischion-nomiko-plesio-gia-tis-epistrofes-paratipon-metanaston-stin-tourkia/
[4] https://www.consilium.europa.eu/el/press/press-releases/2016/03/18/eu-turkey-statement/
[5] http://www.immigration.gr/2018/04/8052018.html